Tα δωμάτια του καλοκαιρινού σπιτιού - Γεύσεις - Α' μέρος (Πλου-Γη)

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Συνήθιζα στο μαγείρεμα να χρησιμοποιώ διάφορα περιφρονημένα από εμάς τους αρβανίτες μπαχαρικά, όπως κανέλα, μοσχοκάρυδο, ακόμη και σκόνη ζαφοράς μερικές φορές. Τα καταχώνιαζα στο πίσω μέρος του ντουλαπιού πάντα σα να μην ήθελα και εγώ η ίδια να παραδεχτώ ότι αυτά τα πράγματα υπήρχαν στο σπίτι μου.

Είχα μάθει από μικρή ότι το φαγητό ποτέ δεν είναι απόλαυση και ότι το να το αντιμετωπίζεις έτσι δεν απείχε πολύ από το χαρακτηριστεί νοσηρό. Γιαγιάδες και μητέρα έβαζαν σχεδόν σε κάθε φαγητό, ρίγανη, σκόρδο και πολύ ελαιόλαδο, πράγματα δηλαδή που αφθονούσαν στις περιοχές μας. Αυτό ήταν όλο...

Ούτε μοσχοκάρυδα, ούτε περίτεχνες κρέμες, ούτε βούτυρα να λιώνουν ευωδιάζοντας. Εκείνος που μ’ έμαθε να αγαπώ στα κρυφά τα μπαχάρια, τα διάφορα είδη πιπεριού, τη κανέλα σκόνη, τη ζάχαρη στο φαί και ο, τι γλύκαινε ή έκανε το φαγητό πιο καυτερό, ήταν ο πατέρας μου. Είχε μια μεγάλη αγάπη στη μαγειρική και συνήθως εκείνος ήταν που μαγείρευε τις περισσότερες φορές στο σπίτι, αφού σχεδόν καθημερινά η μητέρα μας έλειπε στο γραφείο της για πολλές ώρες, γυρίζοντας αργά το απόγευμα.

Ήταν σπουδαίος μάγειρας και του άρεσε να πειραματίζεται πάνω από την κατσαρόλα ή πάνω από το ταψί. Το δέσιμο του με την κουζίνα ήταν στα αλήθεια παράξενο. Τα φαγητά του μοσχομύριζαν και η γεύση τους ήταν αυτό που λέμε θεσπέσια. Συνήθιζα να κοιτώ δήθεν αδιάφορα τις κινήσεις του καθώς φύτευε σε ένα κοτόπουλο κομμάτια σκόρδου ή καθώς πασάλειβε το εσωτερικό ενός αρνιού με ένα δικό του μίγμα βουτύρου και ζάχαρης. Μου φαίνονταν παράξενα όλα αυτά καθώς όλοι οι αρβανίτες είχαν με το φαγητό μια σχέση καθαρά πρακτική... Τρώω για να έχω δυνάμεις... Δεν τρωω για να χορτάσω, ούτε τρώω για να απολαύσω. Φροντίζω μόνο να κρατήσω το σώμα μου όρθιο, υγιές και το πνεύμα μου με διαύγεια. Όποιος έτρωγε πολύ, όποιος φούσκωνε το σώμα του με βαριά μπαχαρικά και αρέσκονταν στις μυρωδιές με ηδυπάθεια, τότε στα σίγουρα δε θα είχε καλή συνέχεια... Το παραπανίσιο φαγητό ή το βαρύ φαγητό οδηγούσαν με ακρίβεια σε αρρώστιες του μυαλού ή της ψυχής... Οι αρβανίτες πίστευαν ότι η γλύκα και οι μυρωδιές των μπαχαρικών μπορούσαν αναμφισβήτητα να θολώσουν την κρίση, μπορούσαν οπωσδήποτε να φέρουν ομίχλη στη σκέψη και μπορούσαν μέχρι και σε αποχαύνωση να οδηγήσουν. Πράγματα ανεπίτρεπτα δηλαδή για μια τέτοια ράτσα, έτοιμη ανά πάσα στιγμή για μάχη πόλεμο ή καυγά ακόμη και όταν τα παραπάνω ήταν αχρείαστα...

Για αυτό και η αγάπη του πατέρα μας για τη μαγειρική και το καλό φαγητό ήταν ακόμη πιο παράξενη καθώς επρόκειτο για έναν αυστηρό στρατιωτικό που θεωρούνταν από τους καλύτερους χαρτογράφους της στρατιωτικής υπηρεσίας... Ίσως η αγάπη του για τους χάρτες και τα όρια που μπαίνουν μέσα σε αυτούς τον έκανε να έχει ως αντίβαρο κάτι που ήταν εντελώς εκτός οποιοδήποτε ορίων, κάτι που ήθελε συνέχεια δοκιμές και που κάθε παρασπονδία σε αυτό μπορούσε να οδηγήσει σε μια καινούρια μαγειρική πανδαισία, σε μία νέα απόλαυση γεύσης.

Χρησιμοποιούσα λοιπόν τα μπαχαρικά μου πολλές φορές με μια κρυφή αίσθηση τύψεων σα να έκανα κάτι απαγορευμένο ή κάτι ανόητο που δεν επιτρέπονταν από έναν σώφρονα άνθρωπο να κάνει. Τόσο πολύ μας είχαν ποτίσει με αυτή την νοοτροπία που και εγώ αργότερα μεγαλώνοντας περισσότερο και κάνοντας τα δικά μου παιδιά ξαναγύρισα στον αυστηρό αρβανίτικο τρόπο μαγειρέματος των φαγητών από μια ενδόμυχη φοβία ότι τα παιδιά μου θα αναπτύξουν μαλθακό χαρακτήρα αναπνέοντας μπαχάρια, κρέμες, βούτυρα και κανελοζάχαρες...

Απέφευγα το βούτυρο στο μαγείρεμα σα να ήταν διάολος, πέταξα οποιοδήποτε κουτάκι περιείχε κάποια σκόνη εκτός πιπεριού και αλατιού και το μόνο πράγμα που μύριζε πλέον στην κουζίνα μου ήταν η μυρωδιά της βουνίσιας ρίγανης και του ψιλοκομμένου σκόρδου ανακατεμένου με λάδι. Κράτησα όμως την απόλαυση που μου έδινε το καλομαγειρεμένο φαγητό και τη γοητεία που μου ασκούσε το μαγείρεμα, οι κατσαρόλες, τα μπρίκια, τα ταψιά σε διάφορα νούμερα και τα τηγάνια και έβαζα τόση αγάπη στο φαγητό που πάντα ήταν νόστιμο... Αρκεί να είχα τη διάθεση, γιατί αν δεν την είχα η κατσαρόλα μου έβγαζε τερατουργήματα και το ταψί μου άνοστες θλιβερές γεύσεις.

Το φαγητό όμως και ο τρόπος που είχαμε μάθει να το μαγειρεύουμε στάθηκε αφορμή για άλλα πράγματα, πράγματα που χρειάζονταν ώθηση για να συμβούν, πράγματα που ήθελαν ξεκαθάρισμα και πράγματα που λες και χρειάζονταν τη λιτότητα και καθαρότητα της γεύσης μας για να βγουν από την άχλη μέσα στην οποία βρίσκονταν.


Πλου-γη

Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη