Τα δωματια του καλοκαιρινου σπιτιού - Τα χέρια (Πλου-Γή)

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Η χρονιά που προετοιμαζόμουν για τις πανελλήνιες εξετάσεις πέρασε πολύ γρηγορα. Τον Αρη δεν τον ξανασυναντησα, εκτός απο μια φορά στο γαμό ενος κοινού συγγενή στο Ναυπλιο. Τον αντιμετωπισα πολύ ψυχρά και τυπικά σα να επροκειτο για εναν απλό γνωριμο. Το γεγονός οτι ενα χρονο ειχε κρατησει την ιδια εγωιστική στάση με εμενα με είχε ενοχλησει τόσο ωστε να μη θέλω πια να τον ξαναδω στα μάτια μου παρόλο που η δική μου συμπεριφορά δεν ειχε υπάρξει καλύτερη. Στα δικά του μάτια διαβασα καποια ιχνη απογοήτευσης αλλά προσποιηθηκα οτι δεν κατάλαβα τιποτα παρολο που μονο και μονο η παρουσία του στον ιδιο χωρο με εμένα με αναστάτωνε ψυχικά και σωματικά.

Το καλοκαίρι πέρασα στη φιλοσοφική σχολη της Αθήνας, πράγμα που σημαινε οτι θα ζουσα μια φοιτητική ζωή μεσα στο οικογενειακό μου περιβάλλον. Αυτο με απογοήτευε. Επρεπε, ηταν επιτακτικη αναγκη για μενα να ειμαι ανεξάρτητη απο τους δικούς μου. Να μην έχω καμία αναγκη να τους ζητάω τιποτα, να μην επιβαρυνω καν με την παρουσία μου. Θεωρουσα οτι στα 18 μου ημουν ήδη μεγάλη για να ζησω μονη μου. Για αρχη φρόντισα να βρω μια δουλειά απογευματινή ετσι ωστε να εχω ελευθερη την ημέρα μου για τις παρακολουθήσεις στη σχολή.

Επιασα δουλειά ως υπάλληλος σε ενα κεντρικό βιβλιοπωλείο στο Κολωνάκι, οπου ζητουσαν πωλήτρια με γνωσεις ξενων γλωσσων. Ηταν οτι επρεπε για μενα. Αφου πέρασα τον σκοπελο δυο συνεντευξεων εν μέσω πολλων υποψηφιων για τη θέση, μου ανακοινωθηκε τηλεφωνικως οτι ειμαι μια απο τις τεσσερις νεοπροσληφθείσες. Δεν εμελλε ομως να κάτσω για πολύ εκει. Φαινεται οτι δεν ημουν πλασμένη για τη δουλειά της ευγενικής πωλητριας.

Ειχε ηδη περάσει ενας μήνας, οταν μια μερα μπήκε ενας πελάτης γυρω στα 30 ντυμένος κάπως εκκεντρικά. Φορουσε γυαλιά μυωπίας και ειχε αρχη φαλάκρας. Κρατουσε μερικά βιβλία στο χερι του και ειχε κρεμασμένη στο αλλο χέρι του μια μαυρη δερματινη αντρική τσαντα. Τον ενα μηνα που ειχα θητευσει ως υπάλληλος στο μαγαζί αυτό ακουγα καθημερινως απο την κυρία Ντεπη, μια εκ των ιδιοκτητριών του καταστηματος, για το ποσο ευγενικές πρεπει να είμαστε με τους πελάτες, για το ποσο ενημερωμένες για τις καινουριες κυκλοφορίες των βιβλίων αλλά και για το ποσες υποκλίσεις επρεπε να κάνουμε στον πελάτη ακομη και αν αυτός ηταν αγενής απεναντί μας.

Και ειχε ερθει η πρωτη φορά να αντιμετωπίσω εναν τέτοιο πελάτη, δυστυχώς οχι με επιτυχία οπως φοβομουν απο την αρχή ξέροντας ποσο οξυθυμη είμαι. Ηρθε κοντά μου, με κοιταξε μέσα απο τα γυαλιά του με ενα ελαφρως υποτιμητικό υφος και αρχισε να με ρωτάει για το που θα ψάξει για βιβλία ψυχολογίας και ιστορίας. Προθυμη του εδειξα τα αντιστοιχα ράφια αλλά κατι δεν του άρεσε γιατί το προσωπο του στράβωσε με μια γκριμάτσα εντονης αποδοκιμασίας αυτη τη φορά. "Μα αν είναι δυνατον" μονολογησε με μια προσποιητη φρικη... "Μονος μου θα ψάξω; Ελα σε παρακαλω παιδι μου, να κατεβαζεις ο, τι σου λεω". Ηξερα πως δεν επρεπε να εκνευριστω αλλά αυτο ηταν αδυνατο για το χαρακτηρα μου. Ενοιωσα τα αυτιά μου να κοκκινιζουν μονο και μονο αντικρυζοντας το ξινό του υφος. Πλησιασα προς το μέρος του, προσπαθωντας να χαμογελάσω ευγενικά. Το πέτυχα προς στιγμην αλλά αυτος δεν ικανοποιουνταν με τιποτα. Τον πειραζε ο τροπος που μετακινουσα τα βιβλία, τον πειραζε οτι δεν εφτανα στο πανω πανω ραφι και επρεπε να παρω το σκαμπο για να ανεβω, τον πειραζε μεχρι και το γεγονος οτι εχω μακριά μαλλιά. "Μα καλά, δε σας λενε σε αυτο το μαγαζι να πιάνετε τα μαλλιά σας ουρά;"ειπε κουνωντας το κεφάλι του υποτιμητικά. Σκεφτηκα οτι ακομη και τοτε δεν επρεπε να απαντησω, αν και στο σχολιό του ενοιωσα την υπομονή μου να με αφηνει.

Ξαναχαμογέλασα ευγενικά, και μάζεψα με τα χερια μου πισω τα μαλλιά. "Τελος παντων, τελος παντων"ειπε εκεινος, ισως ψάχνοντας για να βρει κάτι αλλο για να τον ενοχλησει. "Θελω να μου δειξεις και ποια βιβλία του Καζαντζάκη εχετε... Μπορείς;" με ρωτησε γελωντας ειρωνικά... "Φυσικά και μπορω" απαντησα ηρεμα αν και ηδη ηξερα οτι αυτη η ηρεμία ηταν η ηρεμία πριν ξεσπάσει η καταιγιδα. "Μη μου πεις!" αναφωνησε με εκπληξη... "Ξερεις και τον Καζαντζακη;" "Ναι, να σας πω και ποια εργα εχει γράψει θελετε μηπως;" "Παπαγαλία στα εχουν μάθει παιδάκι μου;" "Τι θέλετε ακριβως κύριε;"ρωτησα εμφανως εκνευρισμένη αυτή τη φορά... "Μπα, μπα, μπα... για δες... μια πωλητρια που τα ξερει ολα" εκανε ειρωνικά και ανασηκωσε τα γυαλιά πανω στη μυτη του. "Βρε αιστοδιάολο, παλιοκομπλεξικέ, αντε και γαμησου" του ειπα και εγω ψιθυριστά σκυβοντας προς το μερος του και τον αφησα συξυλο μπροστά απο το ραφι. Γρηγορα πηγα μπροστά στο ταμειο οπου κάθονταν η κυρία Ντεπη και της εδωσα την καρτα μου... "Ουτως η αλλως θα με διωξετε που θα με διωξετε, παραιτουμαι απο μονη μου... " της ειπα, αφηνοντας την καρτα μπροστά της... Δε ξαναπηγα ουτε για να πληρωθω τον ενα μηνα που δουλεψα... Τα αφησα ολα εκει και αρχισα να ψάχνω για καινουρια δουλεια. Το γεγονός οτι ηξερα γλωσσες αλλά και το οτι ημουν ευπαρουσίαστη και πάντα καλοντυμένη με εκανε να βρισκω ευκολα δουλεια χωρίς να ταλαιπωρουμαι.

Η επομενη ηταν ως βοηθός ενός καθηγητη του Χημικου τμηματος. Ηταν μια δουλειά που βρηκα μεσω καποιου γνωστης μου συμφοιτητριας. Ο καθηγητης εμενε στο Καστρι και χρειαζονταν μια κοπέλα στο σπιτι του για να του κάνει απομαγνητοφωνηση τις παραδοσεις του απο τα πανεπιστημιακά του μαθηματα. Με ειχε εφοδιάσει με ενα μικρό κασετοφωνακι, απειρες κασετες και πολλά μπλοκ. Επρεπε να ακουω τις κασετες, να τις σταματαω κάθε τοσο και να γραφω οσα ειχα ακουσει. Ηταν πολύ βαρετο, πολύ κουραστικό, πολύ μονοτονο, αλλά ο καθηγητης πληρωνε πολύ καλά και εστελνε και ταξι να με πηγαινοφερνει στο σπιτι μου. Καθησα κοντα του για αρκετο καιρό, με ειχε συμπαθησει και τον είχα συμπαθησει. Αν και ηταν λιγο αποτομος στους τροπους του παρολαυτά ηταν πολύ καλός και ειλικρινής προθυμος να ακουσει και να εξηγησει τα παντα. "Μελινάκι" συνηθιζε να μου λεέι... "εσενα θα σε κανω νυφη μου" και γέλαγε... "Εχω ενα γιο σκετο τομάρι, αυτο που λεμε ανεπροκοπο... σπουδαζει ταχα μου στην Ιταλια αλλα μου τρωει τα λεφτά μου" Εγω γελαγα ακουγοντας τον... "Αχ, Μελινα με το ωραιο χαμογελο... γελάς και λαμπει ο κοσμος ολος... Εισαι απο τα πιο ζωντανα πλασματα που εχω γνωρισει... Μια τετοια σαν εσενα θελει ο δικος μου ο γαιδαρος... Εισαι σκυλί σκετο, δεν καταλαβαινεις τιποτα... Γερο σκαρί!" μονολογουσε και εσκαγε στα γελια δυνατα τρανταζοντας ολο το σπιτι.

Σιγά σιγα οι σχεσεις μας πέρασαν απο το επαγγελματικο επιπεδο στο πιο προσωπικό. Με θεωρουσε όπως ελεγε ανθρωπο του σπιτιου του και εγω ειχα μεγαλη οικειοτητα μαζι του. Αρχισε να με καλεί και εκτος δουλειάς, στο σπιτι του, οποτε είχε καποια φιλική συναξη, η καποιο φιλικο γευμα. Σε ενα απο αυτα τα γευματα γνωρισα τον Αλεξανδρο. Ετων 39 πολύ γνωστός συγγραφέας, πολύ μεγάλο ονομα στο λογοτεχνικό χωρο. Χωρισμένος δωδεκα χρονια με διδυμα παιδιά στην πρωτη λυκείου. Ηταν ενας αντρας γοητευτικός και πολυ επιθετικός μαζι μου εξ' αρχης. Φαινόταν οτι γνωριζε πως να κινηθει και τι να κάνει ειδικά με ενα κοριτσάκι 19 χρονων. Προφανως απο την πρωτη στιγμη εγω του φανηκα ως παιχνιδάκι και φροντισε ευθύς να μου το δείξει με προκλητικότητα.

Ειχε καθησει διπλα μου στο τραπέζι και λιγο μετά τις πρωτες συστασεις εσκυψε στο αυτί μου και μου ψιθυρισε: "Εισαι εκπληκτική... εχεις τα πιο ωραια χειλη που εχω δει... ειμαι σιγουρος οτι το ξερεις... " Απειρη απο τετοιου ειδους προσεγγισεις το προσωπό μου παγωσε απο αμηχανία. Αυτος βλέποντας την ταραχη μου χαμόγελασε λιγο αυτάρεσκα... "Και κάτι ματάρες... τι ματάρες ειναι αυτές... εισαι κουκλα"... συνεχισε να μου μουρμουριζει με ηδυπάθεια μεσα στο αυτί μου... Ειχα ταραχτει τοσο πολύ που δεν ηξερα πως να αντιδρασω. Η ανάσα του πανω στο προσωπό μου με ερέθιζε τοσο ωστε δεν ηθελα να σταματησει να μου μιλαει αλλά απο την αλλη ο τροπος που μου μιλούσε, επιδιωκοντας να με κάνει απλως να νοιωσω αμηχανα, με εσπρωχνε να αμυνθω. Και αμυνθηκα με τον μονο τροπο που γνωριζα τότε. Εγινα επιθετική. "Θα πετάξω το κρασί πανω σου αν συνεχισεις να ξεφυσάς μεσα στο αυτί μου... " "Για αυτο εχεις γινει κατακοκκινη, οπως το κρασί σου;" αναρωτηθηκε περιπαικτικά.

Γυρισα και τον κοίταξα. Τα προσωπά μας ηταν πολύ κοντά και τα μάτια μας συναντηθηκαν με τοση ενταση που και οι δυο χαμηλώσαμε στιγμιαια το βλέμμα... "Εισαι και ζορικο καρυδι βλέπω"μου μουρμουρισε και το γονατό του αγγιξε τυχαια το δικό μου κατω απο το τραπέζι. Ενοιωσα σα να με χτυπησε ηλεκτρισμό ρευμα. Ειχα αναστατωθει τοσο πολύ που νομιζα οτι ολοι μπορουσαν να διαβασουν το προσωπό μου. Τραβηξα γρηγορα το ποδι μου και μετατοπισα ελαφρώς την καρέκλα μου.

Το υπολοιπο του γευματος συνεχιστηκε με ανέμελες συζητησεις αναμεσα στους παλιους φιλους αλλά και με τις διηγησεις παλιων αστειων περιστατικων απο την κοινη ζωή τους. Δεν ξαναμιλησαμε σε ολη τη διάρκεια της συζητησης. Καθως ολοι αρχισαν να φευγουν με πλησίασε και μου ζητησε να φυγουμε μαζι. "Μπορω να σε παω εγω στο σπίτι σου με το αυτοκίνητο" "Οχι ευχαριστώ" ηταν η ξερή απαντηση μου καθώς επαιρνα την τσάντα μου και χαιρετουσα την οικοδέσποινα. "Ελα βρε Μελίνα" ακουστηκε τοτε η φωνη του καθηγητή " τι αυστηροτητα ειναι αυτή που εχεις... ασε τον ανθρωπο να σε εξυπηρετήσει... Εξαλλου μενετε και κοντά... Αλεξανδρε και η Μελίνα στην Κυψέλη μενει... Κοντα στη σχολή Ευελπίδων... " Βρεθηκα σε δυσκολη θεση και κοιταξα μια τον εναν και μία τον αλλον... "Α, πολύ ωραια τότε" αναφωνησε ο Αλέξανδρος... "Μενω πραγματι πολύ κοντα σου Μελίνα... Ελα... μη φοβασαι... δεν τρωω φοιτητριες" και χαμογέλασε σιγουρος οτι θα χαμογελουσα και εγω.

Κοιταχτηκαμε μια φορά. Μου φανηκε σα να προσπαθουσε να διαβασει το βλέμμα μου. Εγω δεν ηθελα καν να διαβασω το δικό του. Ηξερα τι ηθελε και το περιεργο ηταν οτι το ήθελα και εγω. Κοίταξα ακομη μια φορά το ωραιο του πρόσωπο με τις αντρικές γωνίες και τα μεγάλα μάτια και επειτα το βλέμμα μου σαν απο ενστικτο επεσε στα χέρια του, κατι που ακόμη και τωρα κάνω. Μου αρεσε απο τοτε να διαβαζω τον ερωτα που μπορεί ενας αντρας να κάνει, απο τα χέρια του. Οσο πιο σκληρά χερια, οσο πιο αγρια, οσο πιο πλατιά, τοσο πιο πολύ ενοιωθα μέσα μου την ερωτική επιθυμία να μεγαλώνει και τοσο μου αρεσε να σκέφτομαι πως ακριβως αυτα τα χέρια θα αγκάλιαζαν, με ποση δυναμη θα κρατουσαν, πως θα χαιδευαν.

Ειχα πια σε αυτη την ηλικία ανακαλύψει ποσο μου αρεσαν οι αντρες, ποσο αγαπη για ηδονη εκρυβα μεσα μου, και εκεινη τη στιγμη ξαφνικά τα χέρια του Αλεξανδρου μου εκοβαν την ανάσα καθως μου υποσχονταν εναν αντρα πολύ ερωτικό στη σεξουαλικη συνευρεση. Δε με ενοιαζε και δε με απασχολουσε καθολου το συναισθηματικό μερος. Ειχα επιγνωση αυτης μου της απαθειας και τη θεωρουσα ως ειλικρινη στάση απέναντι στον ερωτα. Ηταν αδυνατο και πολύ προωρο για μένα τοτε να συνειδητοποιησω οτι απλώς φοβομουν. Δεχτηκα την προσκληση του την οποια ακολουθησε μεσα στο αυτοκινητο αλλη μία να βγουμε μαζί εξω το βραδυ. Τη δεχτηκα και αυτή γιατι επιζητουσα και προσδοκουσα οπως και εκεινος την κατάληξη της.

Βγηκαμε, πηγαμε στο θέατρο, μετά για ποτο σε ενα μικρό μπαράκι πισω απο το Χιλτον και επειτα βρεθηκαμε στο σπιτι του. Κλείνοντας την πορτα πισω του με τράβηξε στην αγκαλιά του και αρχισε να μου βγαζει τα ρουχα... Τον αφησα να κάνει οτι θελει, τρεμοντας απο την επιθυμία μου σα να ειχα πυρετο. Κοιμηθηκα στο σπίτι του αφού αποκαμωμενοι και οι δυο απο τον πολύ ερωτα δε θελαμε να αποχωριστουμε ο ενας τον αλλον. Ηταν το πρωτο βραδυ ερωτα για μένα, και αυτο τον συγκινησε τοσο ωστε με κοιμισε μεσα στην αγκαλιά του.

Ο υπνος με πήρε ακουμπισμένη στο μπράτσο του να αναρωτιέμαι για την κενότητα των συναισθημάτων μου και για το πως ειναι δυνατον να νοιωθω μονο ερωτική ελξη για αυτον που δε συνοδευονταν απο κανενα αλλο συναισθημα. Θεωρησα πως ισως ειναι νωρις και πως αδικα απασχολω το μυαλο μου με τετοιες σκέψεις και αφεθηκα σε εναν υπνο ησυχο μεχρι τα ξημερωματα. Η αληθεια ήταν ομως πως εκτός απο φόβο διέθετα και κυνικότητα. Ηξερα τι ηθελα και ημουν αποφασισμένη να το αποκτω, χωρίς ιδιαίτερους συναισθηματισμούς... Οι συναισθηματισμοί ηταν για τους αδυναμους ψυχικά χαρακτηρες... Ετσι δε με ειχαν μάθει; Ειχε ερθει η ωρα να το εφαρμοσω και μάλιστα με περισσή σκληροτητα, θράσος, παραλογη αδιαφορία και κακό εγωισμό μην υπολογιζοντας τιποτα παρά μονο τον εαυτό μου...

(Συνεχίζεται...)

Πλού-γή

  • (Τα κεφαλαια αυτου του βιβλίου γραφτηκαν απο το 1988 ως το 1992. Καποιες προσθηκες και αλλαγες εγιναν το 1997.)
Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη