Τα δωμάτια του καλοκαιρινού σπιτιού - Ισορροπίες - Α' μέρος (Πλου-Γη)

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Σιγά σιγά ο Νίκος άρχισε να με πιέζει πολύ. Ζητούσε να παντρευτούμε σύντομα και απέδιδε την απροθυμία μου να κάνω κάτι τέτοιο στο ότι δεν τον αγαπούσα.

Ίσως πραγματικά να μην τον αγαπούσα γιατί αναλογιζόμενη αρκετές φορές στο τι ακριβώς με κρατούσε κοντά του έβρισκα τον εαυτό μου ανίκανο να απαντήσει.

Ο Νίκος είχε μια ισορροπία μέσα του που ζήλευα. Μπορούσε να ελέγχει τα συναισθήματα του και τις αντιδράσεις του ανά πάσα στιγμή. Ήταν πάντα ήρεμος, πάντα σκεφτόμενος λογικά, πάντα με ένα ευγενικό χαμόγελο στο πρόσωπο του κι έτοιμος να ακούσει και να συζητήσει.

Πολλές φορές δοκίμαζα αν έχει κάποια όρια και προσπαθούσα να τον φέρω στα άκρα, θέλοντας να δοκιμάσω τις αντιστάσεις του και τις αντιδράσεις του, μαζί και τις δικές μου.

Φλέρταρα μπροστά του, του έφερνα πολλές φορές αντίρρηση και στο πιο απλό πράγμα που έλεγε, ή επιδοκίμαζα πράγματα με τα οποία ήξερα ότι ήταν αντίθετος.

Ο τρόπος που αντιδρούσε σε όλα αυτά ήταν ίδιος. Ένα μειλίχιο χαμόγελο σχηματίζονταν στο πρόσωπο του μπροστά σε κάθε άδικη επίθεση μου ή συμπεριφορά μου λέγοντας μου "Γιατί το κάνεις αυτό; Γιατί θέλεις να με στενοχωρείς εμένα που ξέρεις πόσο σε αγαπάω;" Και φέρνοντας τα χέρια μου στα χείλη του τα φιλούσε χαμογελώντας και κοιτώντας με στα μάτια.
"Δεν έχεις νεύρα εσύ; " τον ρωτούσα πιο πολύ εκνευρισμένη μετά από κάθε τέτοια ήσυχη κουβέντα του.
"Δεν είσαι άνθρωπος; Δεν αντιδράς σε τίποτα; "

Κι όσο πιο ήρεμος ήταν εκείνος τόσο πιο νευρική γινόμουν εγώ απέναντι του. Φαίνεται ότι η ησυχία με εκνεύριζε σε τέτοιο βαθμό που δεν μπορούσα να την ανεχτώ για πάνω από κάποιο χρονικό διάστημα.

Έχοντας μεγαλώσει μέσα σε μια οικογένεια που χαρακτηρίζονταν από πολύ έντονα πάθη, συμπεριφορές και συναισθήματα, μέσα σε μια οικογένεια που γελούσε δυνατά, αγαπούσε δυνατά, μισούσε δυνατά και θεωρούσε την ησυχία συνώνυμο κάποιας απροσδιόριστης νεκρικής κατάστασης ή προοίμιο αυτής, δεν μπορούσα παρά να αναπτύξω κι εγώ ασυναίσθητα τις ίδιες αντιδράσεις.

Παρόλο που αντιστεκόμουν σε ό, τι είχε να κάνει με την οικογένεια, η δύναμη του αίματος με τραβούσε προς αυτό το οποίο πολεμούσα. Ήμουν ίδια με αυτούς και αυτό ακριβώς με έκανε να θέλω να φύγω τόσο μακριά τους νομίζοντας ότι θα βρω κάποιον άλλον εαυτό κι αρνούμενη να παραδεχτώ ότι ό, τι ήμουνα ήταν καθρέφτης του τρόπου με τον οποίο είχα μεγαλώσει. Παππούδες αντάρτες, προπαππούδες και ακόμη πιο πίσω, με αίμα σκληρό και στρατιωτικές καταβολές, γιαγιάδες που φέρονταν σαν αρσενικά προκαλώντας το θαυμασμό ή την αντιπάθεια, έναν πατέρα που από τα δεκαπέντε μου μου έβαλε με το ζόρι όπλο στο χέρι για να μάθω να το χειρίζομαι και να στοχεύω μαζί με τα αδέρφια μου, μητέρα που μπήκε πρώτη σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο κι επάγγελμα, δαχτυλοδεικτούμενη για το μυαλό της και τις αντοχές της.

Ο,τιδήποτε είχε να κάνει με τρυφερότητα και ευαισθησία απορρίπτονταν ως νοσηρό και επικίνδυνο να αλώσει την οξύτητα και τη γρηγοράδα της σκέψης που έπρεπε να έχουμε.

Δεν με πείραζε ο τρόπος που είχα μεγαλώσει. Δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι ίσως ήταν διαφορετικός από άλλων παιδιών. Εξάλλου ήμουν ατίθαση και σκληρή από τη φύση μου. Η οικογένεια μου φρόντισε απλώς να κάνει ακόμη πιο έντονο αυτό το χαρακτηριστικό μου και να καλλιεργήσει περισσότερο το πνεύμα αντίδρασης που είχα έμφυτο.

Δεν άργησα λοιπόν να νοιώσω πάλι ότι πνίγομαι από τα "θέλω" του Νίκου και κυρίως από την ευαίσθητη πλευρά του, αυτή που τόσο με είλκυσε στην αρχή. Μέσα μου άρχισε σιγά σιγά να μεγαλώνει η ιδέα πως ο Νίκος παραήταν ευγενικός, παραήταν καλός, παραήταν τρυφερός μαζί μου.

"Θέλω μια φορά να δω πως θυμώνεις" του έλεγα "μία και μοναδική φορά"... Επιζητούσα σαν τρελή να τον βγάλω έξω από τα όρια του, να δω και τον κανονικό του εαυτό, αυτόν που φωνάζει κι εκνευρίζεται, αυτόν που ταράζεται, που χάνεται, που θυμώνει αλλιώς θα έμενε για μένα άγνωστος κι απόμακρος όπως είχα ήδη αρχίσει να τον νοιώθω.

Μου χάριζε συνέχεια μικρά κουκλάκια ξέροντας πως έχω αδυναμία στις κούκλες. Πετούσα κάθε δώρο του μόλις πήγαινα στο σπίτι μου. Όταν ήταν να βγούμε βόλτα πάντα έβρισκα στο αυτοκίνητο μια ανθοδέσμη με ροζ και άσπρα τριαντάφυλλα που ήταν τα αγαπημένα μου λουλούδια. Κατέληγαν μέσα στον σκουπιδοτενεκέ του διαμερίσματος μου αφού πρώτα τα μαδούσα.

Στην αρχή συνήθιζα να βρίσκω όλα αυτά χαριτωμένες ευγενικές κινήσεις αλλά σιγά σιγά τα ερμήνευα με άλλον τρόπο. Τα δώρα του για μένα συμβόλιζαν την προσπάθεια του να αγοράσει την ηρεμία μου, την προσπάθεια του να είμαι πάντα ήσυχη κι ευχαριστημένη απέναντι του.

"Μη μου ξαναφέρεις λουλούδια και κούκλες" του είπα μια μέρα που ξαναβρήκα τη συνηθισμένη ανθοδέσμη μέσα στο αυτοκίνητο του. Ήμουν αρκετά θυμωμένη ώστε να φανεί και στη φωνή μου.

"Γιατί; Τι συμβαίνει; " απόρησε με ειλικρινή απορία.

Γύρισα και τον χτύπησα με την ανθοδέσμη στο στήθος και μετά άνοιξα το παράθυρο και την πέταξα καταμεσής στη λεωφόρο Αλεξάνδρας.

"Λίγο νεύρο δεν έχεις μέσα σου;; "

"Έχεις εσύ αρκετό και φτάνει και για τους δύο μας" ήταν η απάντηση του. Δε μίλησα. Τον κοίταξα και παρατήρησα τα χέρια του χαλαρά στο τιμόνι και το πρόσωπο του που δεν έδειχνε καμία ταραχή.

Τίποτα δεν μπορούσε να τον ταράξει, τίποτα δεν μπορούσε να σκιάσει το γαλάζιο των ματιών του. Ο,τι κι αν έκανα, ό,τι και αν έλεγα δεν τον πείραζε.

Γύρισε και με κοίταξε κι εκείνος. Χαμογελούσε...
"Αντιθέτως εμένα μου αρέσει ο τρόπος που θυμώνεις εσύ... Είσαι κούκλα όταν θυμώνεις, δεν αστειεύομαι... Μου ’ρχεται να σε φάω... Αλλά γιατί βρε αγάπη μου να σε κάνω να θυμώνεις; Είναι λογικό αυτό; Πες μου... "

Σε παρόμοιες ερωτήσεις του δεν είχα κάποια λογικοφανή απάντηση να του δώσω.
"Κι εσύ γιατί θες οπωσδήποτε να με κάνεις να θυμώνω με κάτι; Τι θα σου δώσει παραπάνω ο θυμός μου; Αφού είσαι τόσο καλό παιδί ρε καρδούλα γιατί πρέπει να κάνεις τη σκληρή; "

Έμενα βουβή μην ξέροντας τι να απαντήσω, γνωρίζοντας βαθιά μέσα μου ότι είχε δίκιο αλλά εκείνη η βαθιά μου ανάγκη να νοιώσω το αίμα μου να βράζει, το μυαλό μου να γυρίζει γρήγορα και το σώμα μου να είναι σε εγρήγορση συνέχιζε να με τσιγκλάει ζητώντας μου να την ικανοποιήσω...

Ασυναίσθητα γνώριζα πως μόνο έτσι μπορώ να φτάσω πολύ μακριά, όπως έφτασα και συνεχίζω να φτάνω ακόμη... Ασυναίσθητα γνώριζα πως κάπου αλλού κάτι ήδη γνωστό με περίμενε και πως η ένταση που ένοιωθα μέσα μου μπορούσε να διοχετευτεί σε πολύ δημιουργικούς και πραγματικά ευτυχισμένους δρόμους.


(Συνεχίζεται...)


Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη