Πάρε και εσύ μία (chcome)

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση


www.regina-rosas-amat.blogspot.com


Συνέχεια από τον "όρθιο λογοτέχνη"


Σιγή, απόλυτη σιγή για μερικά δευτερόλεπτα. Οι μεν κοιτούσαν τους δε και οι δε τους μεν. Ήταν μια μεν – δε, δε-μεν κατάσταση και αυτό ήταν ολοφάνερο από την απροθυμία τώρα και των δύο πλευρών να εκφράσουν και το παραμικρό. Ο Βάκχος αποφάσισε ως αποφασιστικός άντρας και κυρίως ως σοβαρός ποιητής να πάρει την κατάσταση στα χέρια του. Χτυπώντας παλαμάκια -basse classe βεβαίως χειρονομία για έναν άνθρωπο του δικού του διαμετρήματος μα κάπως έπρεπε να ξανατραβήξει την προσοχή προς το προσωπό του και το χειμαρρώδη λόγο του - ανάγκασε την αίθουσα να τον προσέξει πάλι, αν και λίγο πιο υποτονικά αυτή τη φορά. Μερικά βλέφαρα είχαν βαρύνει, μερικές κλειδώσεις δακτύλων ακούγονταν να σπάνε κρατς κρατς, μερικές σόλες σέρνονταν βαριεστημένες στο πάτωμα και κάποιοι γλάρωναν έχοντας ακουμπισμένο το ήδη ζεστό μαγουλό τους στο βαθούλωμα της παλάμης τους.

"Νομίζω συνάδελφοι πως δεν έχουμε να πούμε κάτι άλλο με τους κυρίους από εδώ"

Και λέγοντας "κυρίους" μισόριξε την πλαγιαστή ματιά του περιφρονητικά προς τη μεριά των ΥΠΑ ΠΑ ΛΟ.

"Αν επιμείνουν να μιλήσουν, ας μιλήσουν μονάχοι τους γιατί εμείς ούτως ή άλλως θα λύσουμε τη συνεδρίαση μας, έτσι δεν είναι; Μπορούμε να συνεδριάσουμε και κάποια άλλη φορά, χωρίς τέτοιες ενοχλητικές διακοπές και ηλίθιες παρεμβάσεις. Ο καιρός έξω είναι θαυμάσιος, είναι ένα πολύ όμορφο μεσημέρι. Μια βόλτα στη θάλασσα θα ήταν ό, τι πρέπει ή έστω ένας μεσημεριάτικος ύπνος. Ποιος ο λόγος να χάνουμε το χρόνο μας με αυτούς τους αστείους τύπους από εδώ πέρα. Με τους παραλογοτέχνες; "

Η λέξη παραλογοτέχνες έπεσε μέσα στην αίθουσα όπως πέφτει το καινούριο φρούτο στο κεφάλι του πεινασμένου που για να ξεγελάσει την πείνα του έχει ξαπλώσει για να μισοκοιμηθεί μα μια ανέλπιστη γενναιοδωρία του δέντρου που στέκει πάνω από το κεφάλι του κρύβοντας τον ήλιο, του πετά καταμεσής στο κούτελο ένα ωραίο μηλαράκι ή ακόμη πιο καλά ένα ζουμερό νεκταρινάκι. "Φάε " του λέει "φάε και χόρτασε την πείνα σου και μόλις η κοιλιά σου γεμίσει ξάπλωσε πάλι κάτω από το δικό μου ίσκιο για να ξεσφίξεις τα λουριά της ζώνης σου. "

"Ναι, ναι! " φώναξαν οι περισσότεροι κατενθουσιασμένοι. "Παραλογοτέχνες! Μπράβο Βάκχε! ".

Όλη η αίθουσα ξέσπαζε σε ζωηρά χειροκροτήματα επευφημώντας τον όρθιο τους λογοτέχνη που αν μη τι άλλο στους πάσης φύσεως χαρακτηρισμούς φαινότανε να είναι αυτό που λένε "μανούλα". Ήταν μια "μανούλα" ο Βάκχος Λαμόγιος, τι αδικία για αυτόν τα λόγια που εκείνος ο σιχαμένος των ΥΠΑ ΠΑ ΛΟ είχε ξεστομίσει πριν λίγο λεγοντάς τον ούτε λίγο ούτε πολύ "πατρόνε" πατέρα, πατριάρχη...

"Ζώα" σκέφτηκε "τι περιμένεις; Αλλά θα τους δείξω εγώ ποιος είναι το αφεντικό και ποιος μπορεί να δαμάσει ποιόν"... Λίγο ακόμη και ξεχασμένος καθώς ήταν θα φώναζε να του φέρουν το άγριο αλογό του, μόνο που - κατάρα και κρίμα! - δεν είχε κανένα τέτοιο. "Τι άδικο" ξανασκέφτηκε "ένα άγριο άλογο θα ήταν πρώτης τάξεως εικόνα με εμένα αναβάτη επάνω και τις γυαλιστερές μου μπότες". Και ανασηκώνοντας με τρόπο το ρεβέρ του παντελονιού του κρυφοκοίταξε τις μπότες του αναστενάζοντας. "Τέτοιες μπότες, τέτοιες γάμπες, θα’ πρεπε οπωσδήποτε να σφίγγονται γύρω από ένα αδάμαστο άλογο. Τι ωραίος που θα έδειχνα πάνω σε ένα τέτοιο υπερήφανο άτι που θα δεχόταν μονάχα εμένα ως αφέντη του. Τι εντυπωσιακές εισόδους θα έκανα στη λέσχη αν είχα ένα τέτοιο άλογο και πόσο στητός θα καθόμουν πάνω στη ράχη του, κάνοντας τους πάντες να ανατριχιάζουν από τη ζήλια τους. Πόσο θα έλαμπε η γραμμή του προφίλ μου... "... Και ξαναναστέναξε βυθίζοντας το μυαλό του σε μια από τις συνηθισμένες του ονειροπολήσεις. Αυτόν ως καλύτερο των πάντων... Όχι δεν είναι θλιβερό. Θλιβερό είναι μια λέξη θλιβερή από μόνη της, μία λέξη που θα έπρεπε να εξοστρακιστεί από τα λεξικά και τις καθημερινές κουβέντες. Όλοι οι άνθρωποι τέτοια κάνουν, τέτοια ονειρεύονται σαν βρεθούν έστω και για δευτερόλεπτα μόνοι τους με το μυαλό τους.

Άνθρωπος ήταν και αυτός ο καημένος, ας μην κακοχαρακτηρίζεται από τις ονειροπολήσεις του και κυρίως ας μην αναφέρoνται καν λέξεις όπως "θλίψη, θλιβερός" κ. α.

Παραλογοτέχνες λοιπόν...

Τα μέλη των ΠΟΛΥΠΟΔΕΣΛ έμοιαζαν ξετρελλαμένα με τη νέα αυτή λέξη παιχνίδι. Ακούγονταν από στόμα σε στόμα και πολύ γρήγορα μάλιστα σε διάφορες παραλλαγές της: "Παραλογοτέχνες, παραλογοτέχνες, παραλογοτέχνης, παραλογοτεχνία, παραλογοτεχνίζον, παραλογοτεχνίζων, παραλογοτεχνήματα, παρα, παρα, παρα, παρα... "... Μα τι υπέροχη λέξη ήταν αυτή! Ποσό γλυκά μπούκωνε τα πεινασμένα χειλάκια, πόσο απαλά κυλούσε ανάμεσα από τις οδοντοστοιχίες και θέριζε ηδονικά σχεδόν την υγρή επιφάνεια της γλώσσας, τι χάρμα ήταν μόνο και μόνο να την ακούν τα αυτάκια να προφέρεται ακόμη και από άλλους. Πόσο ερωτικώς ξαφνιασμένα πετάριζαν τα ματοτσίνορα στο ακουσμά της, πόση απέραντη χαρά ζωγραφίζονταν σε κάθε βλέμμα καθώς η λέξη έρεε από στόμα σε στόμα και πόση λαχτάρα έκρυβε κάθε διαφορετική προφορά της και εκφορά της. Οι λογοτέχνες των ΠΟΛΥΠΟΔΕΣΛ έμοιαζαν τρισευτυχισμένοι με την καινούρια τους αυτή λέξη. Με ευγνωμοσύνη χάιδευαν τα βλεμματά τους το Βάκχο, τα σωματά τους έτρεμαν σαν των μικρών παιδιών μπροστά σε ένα ανέλπιστο και απροσδόκητο δώρο. "Παραλογοτέχνες, παραλογοτέχνες, παραλογοτέχνες, παραλογοτέχνες... " Μα τι αιθέρια μουσική μπορεί να κρύβεται μέσα σε μερικά γράμματα, τι τρομερές δονήσεις μπορεί να φέρει το ταίριασμα έξι συλλαβών! Τρέλλα! Σωστή τρέλλα!

Δεν ακούγονταν πια τίποτα άλλο μέσα στην αίθουσα παρά μόνο αυτή η λέξη, αυτή η τόσο γλυκιά λέξη. Ήταν σαν να ήθελαν όλα μαζί τα μέλη των ΠΟΛΥΠΟΔΕΣΛ να δοκιμάσουν κάθε δυνατή αντήχηση συνήχηση και παρήχηση των φθόγγων που συνιστούσαν τη λέξη. Το νέο τους γλωσσικό μπαλάκι πετάγονταν από τη μια μεριά της αίθουσας στην άλλη από γλώσσα σε γλώσσα και από αυτί σε αυτί. Πραγματική μανία έδειχνε να τους είχε πιάσει. Έδειχναν ικανοί να ξημερωθούν μέσα εκεί προφέροντας ακατάπαυστα αυτή την εκπληκτικά πλασμένη λέξη, με το σοφό νόημα και το κρυφό της χιούμορ. Ήταν κάτι που τους έκανε να ξαναγαπηθούν από την αρχή. Έβλεπαν ο ένας τον άλλον με καινούρια μάτια. Εκεί που πριν λίγο ήταν ένας κρυφός αντίπαλος στο λογοτεχνικό πεδίο τώρα ήταν ένας εγκάρδιος φίλος, μια αδελφή ψυχή που ήξερε τόσο αλάνθαστα και τρυφερά να προφέρει τη θεσπέσια λέξη προσφέροντας αλλεπάλληλα κύματα απόλαυσης σε κάθε είδους ώτα που βρίσκονταν εκεί μέσα. Μυτερά, πλακουτσωτά, στρογγυλά, μικροκαμωμένα και αριστοκρατικά, ποντικίσια και τραγίσια.

Οι ΥΠΑ ΠΑ ΛΟ είχαν μαρμαρώσει στην πύλη, ακριβώς στο σημείο απ’ οπου είχαν πρωτοεισέλθει. Απορημένοι και λίγο φοβισμένοι κοιτούσαν τα καμώματα των ΠΟΛΥΠΟΔΕΣΛ, αλλά και προσπαθούσαν να καταλάβουν τη σημασία και τη βαρύτητα αυτής της λέξης που πια τρομερή και ισοπεδωτική έπεσε μέσα στην αυλή τους. Θα έπρεπε να ανησυχήσουν στα αληθινά; Θα έπρεπε να τρέξουν αλαφιασμένοι ξανά πίσω στα υπογειά τους; Θα έπρεπε να αγκαλιαστούν σφιχτά με τα καλωδιά τους μέχρι να πνιγούν ή ακόμη καλύτερα να κρεμαστούν από αυτά; "Τι τραγικό! " θα έγραφαν οι εφημερίδες "κρεμάστηκε από τόσα κιλομπάιτ" ή "έκοψε τις φλέβες του με τόσα μέγκαμπάιτς"... Μήπως θα έπρεπε σαν αρουραίοι να χώσουν τις μουσούδες τους στα λαγούμια τους και ντροπιασμένοι από τη δύναμη που έσερνε μαζί της αυτή η λέξη να βάλουν τις ποντικοουρές τους στα ποντικοσκέλια τους και να ποντικοτρέξουν; Μα τι θανάσιμα διλήμματα που γέννησε ο τρομερός λόγος του Βάκχου Λαμόγιου! Τι δύναμη σκέψης, τι εύρος πνεύματος, τι τρομερή ευφράδεια ήταν αυτή που τους συνέθλιψε ξαφνικά και ένοιωσαν το πάτωμα να κλονίζεται κάτω από τα πόδια τους; Θλιβερό! Ναι ναι ναι! Θλιβερό και είναι από τις ελάχιστες φορές που μπορεί η λέξη "θλιβερό" να προφερθεί χωρίς τύψεις. Μάλιστα καλό είναι να τονιστεί: θλι-βε-ρό: (πάντα μια λέξη όταν κόβεται στις συλλαβές της φαντάζει πιο φοβερή) Στη μια μεριά ήταν τα παιδάκια θριαμβευτές που έπαιζαν με το καινούριο τους παιχνίδι λεξόμπαλάκι βγάζοντας τη γλωσσίτσα τους κοροΐδευτικά και σαρκαστικά στα άλλα παιδάκια, τα άσχημα, τα σκοτεινά, τα άχρηστα, τα μαζεμένα στη γωνία που βρίσκονταν εκεί μόνο για να δεχτούν το χλευασμό... Αχ... Θλι-βε-ρό!

Άραγε τι έπρεπε να κάνουν; Πώς ακριβώς θα έπρεπε να αντιδράσουν; Νοιώθανε πως είχαν στριμωχτεί άγρια. Και εκείνα τα γέλια και τα μουρμουρίσματα των ΠΟΛΥΠΟΔΕΣΛ... Τι απροσδόκητο μαρτύριο! Μάταια προσπαθούσαν ελάχιστοι από αυτούς να αναπτερώσουν το ηθικό των υπόλοιπων. Επικρατούσε ξαφνικά ένα κατσούφιασμα άνευ προηγούμενου. Μόνο πρόσωπα συνοφρυωμένα μπορούσε κάποιος να δει ανάμεσα τους. Με τα χείλη σφιγμένα, τις γραμμές του μετώπου βαθιές και τα μάτια σκοτεινιασμένα οι ΥΠΑ ΠΑ ΛΟ είχαν μουτρώσει σα μικρά παιδιά. "Παραλογοτέχνες! Ακούς εκεί!! " ακούγονταν να μουρμουρίζουν που και που μεταξύ τους, εν μέσω θυμωμένων μουγκρητών και υπαινικτικών γουργουρητών. Η λέξη επαναλαμβάνονταν σαν να μην μπορούσαν να την πιστέψουν. Τι εκνευρισμός! Τι θυμός!

Κάποιοι άρχισαν από τα νεύρα τους να κλωτσάνε με τρόπο το διπλανό τους. Οι μυτερές μύτες των παπουτσιών και οι ξιφοειδείς γωνίες από τις μπότες χτυπούσαν με συγκρατημένη μανία πάνω σε όποιο καλάμι βρίσκονταν μπροστά τους ή πατούσαν λυσσαλέα - και όλως τυχαίως- όποιο άλλο παπούτσι έβρισκαν μπροστά τους. Μα ήταν απερίγραπτα τα νεύρα! Τι να έκαναν και αυτοί για να ξεσπάσουν; Σιγά σιγά στην αρχή, όλο και πιο έντατικά όσο περνούσαν τα δευτερόλεπτα, τα λακτίσματα δυνάμωναν και έπεφταν όχι μόνο στις διπλανές γάμπες μα όπου μπορούσε το κάθε πόδι να βρει πεδίο δράσης. Φυσικά εντός ολίγων λεπτών η ομήγυρις των ΥΠΑ ΠΑ ΛΟ είχε μετατραπεί σε ένα ασυγκράτητο κύκλο μανιασμένων ποδοκλωτσούντων. Οι κλωτσιές πήγαιναν και έρχονταν σαν ριπές πολυβόλου. "Πάρε και εσύ μία" "όχι, πάρε και εσύ μια άλλη", "να για να μάθεις", "όοχι, να για να μάθεις εσύ" και δώστου το κλωτσήδι δυνάμωσε τόσο που δεν έφταναν πια τα καλάμια και τα παπούτσια. Ήταν θέμα χρόνου οι κλωτσιές να αρχίσουν να πέφτουν σαν τρελλές σε όποιον πισινό έβρισκαν μπροστά τους. Μέχρι και οι μέχρι πρότινος ελάχιστες φωνές της λογικής τώρα συναγωνίζονταν η μία την άλλη για το ποια θα γκαρίξει πιο δυνατά φωνάζοντας παραγγέλματα πάλης. Α, μα τι θέαμα! Να τρίβει κανείς τα χέρια του...

Οι ΠΟΛΥΠΟΔΕΣΛ ελαφρώς αποσβολωμένοι στην αρχή από την πρώτη αναταραχή των κλωτσιών και ίσως φοβούμενοι μήπως φάνε καμιά ξώφαλτση, είχαν στριμωχτεί όλοι μαζί στην άλλη άκρη της αίθουσας. Γρήγορα όμως άρχισαν να διασκεδάζουν με το θέαμα και γιατί όχι άλλωστε; Πόσο συχνά μπορεί να δει κανείς στη ζωή του μια ομάδα ανθρώπων να αρχίσουν να κλωτσούν ο ένας τον άλλον δίχως να υπάρχει κανένας λόγος; Δίχως άλλο είχαν γούστο αυτοί οι ΥΠΑ ΠΑ ΛΟ. Δεν ήταν μόνο άξεστοι μα και εντελώς απολίτιστοι. "Χμμ... εμένα μού άρεσε εκείνη η ξεγυρισμένη που έφαγε εκείνος ο ψηλός εκεί με το μπλε παλτό". "Α, δεν έχεις δίκιο, δεν πρόσεξες πόσο αριστοτεχνική ήταν η κλωτσιά αυτού του κατσαρομάλλη δίπλα από την πόρτα"... "Εγώ νομίζω πως ο κοντός με το κασκώλ έχει φάει τις περισσότερες. "

Οι ΠΟΛΥΠΟΔΕΣΛ λίγο ήθελαν για να συνέλθουν από την αρχική σαστιμάρα τους και να το ρίξουν στα σχόλια. Πραγματικά όμως το διασκέδαζαν τώρα. Οι κάθε λογής παρατηρήσεις έδιναν και έπαιρναν όπως και τα γέλια αλλά και τα γιουχαίσματα. Η αυτοσχέδια εξέδρα στήθηκε σε χρόνο ρεκόρ και ακόμη πιο γρήγορα η ατμόσφαιρα μέσα στην αίθουσα θύμιζε ατμόσφαιρα καφενείου. Και φυσικά δεν ήθελαν και πολύ για να βρουν εκείνο το κόλπο που θα έκανε το θέαμα που εξελίσσονταν μπροστά τους να γίνει ακόμη πιο διασκεδαστικό. Εν χορώ τα μέλη της λέσχης των ΠΟΛΥΠΟΔΕΣΛ άρχισαν να φωνάζουν ανά δυο λεπτά τη λέξη "παραλογοτέχνες". Πως φωνάζει ο ζευγάς στα βόδια για να κρατήσουν έναν ρυθμό οργώματος; Έτσι και αυτοί ούρλιαζαν σαν μανιακοί το συνθημά τους πασχίζοντας κάθιδροι να διατηρηθεί ένας συγκεκριμένος ρυθμός κλωτσοπατινάδας. "Παραλογοτέχνες!! " "Παραλογοτέχνες’! Και το σύνθημα έκανε θαύματα. Σε κάθε ακουσμά της οι ρυθμοί από τη μεριά των ΥΠΑ ΠΑ ΛΟ εντείνονταν και η επόμενη κλωτσιά έπεφτε όλοκαι αγριότερη από πριν.

Σε πολύ λίγη ώρα το ξέσπασμα με τις κλωτσιές γενικεύτηκε. Τα πόδια δεν ήταν πια αρκετά και έτσι ξεκίνησε και η αλληλοείσπραξη καρπαζιών. Όλοι σπρώχνονταν μεταξύ τους και προσπαθούσαν να πετύχουν στο πρόσωπο όποιον έβρισκαν μπροστά τους. Η γροθιά πήγαινε σύννεφο μαζί με τα απαραίτητα συνοδευτικά βογγητά πόνου αλλά και τις κραυγές λύσσας.

"Αψογα, άψογα" έσκυβαν οι ΠΟΛΥΠΟΔΕΣΛ ο ένας στο αυτί του άλλου πλαταγίζοντας τις γλώσσες τους από ευχαρίστηση. "Αυτά τα ζωντόβολα θα διαλυθούν μεταξύ τους, εμείς δε χρειάζεται να κουνήσουμε ούτε το μικρό μας δαχτυλάκι. "

Και πραγματικά ο ένας μετά τον άλλον τα μέλη των ΥΠΑ ΠΑ ΛΟ έβγαιναν νοκ άουτ. ‘Άλλος με σπασμένη μύτη, άλλος με διαλυμένη οδοντοστοιχία, άλλος με ξεσκισμένα ρούχα, άλλος με κατάμαυρα μάτια και άλλος με τσακισμένο σαγόνι. Κανένας δεν έμενε παραπονεμένος. Όλοι είχαν κάτι να παρουσιάσουν στους ΠΟΛΥΠΟΔΕΣΛ για να το διασκεδάσουν ακόμη περισσότερο. Ο ένας μετά τον άλλον έπεφταν σαν τις μύγες κάτω στο πάτωμα και φυσικά όχι μετά από ώρα, σχηματίστηκε ένας σωρός από μελανιασμένα σώματα και ξεμαλλιασμένα κεφάλια. Ένας σωρός που βογγούσε από τους πόνους των σπασμένων πλευρών και που δεν είχε κουράγιο ούτε στο ελάχιστο πια να κουνηθεί ή να αντιδράσει σε ο,τιδήποτε.

Με το που έπεσε και ο τελευταίος οι ΠΟΛΥΠΟΔΕΣΛ αποφάσισαν πως αρκετά ασχολήθηκαν με το θέαμα και πως καιρός ήταν να λυθεί η συνεδριασή τους που ούτως ή άλλως είχε καταλυθεί από τα πρώτα λεπτά. Ήταν απαραίτητο βεβαίως η συνεδρίαση να επαναληφθεί και ίσως αυτή τη φορά μακριά από αυτήν την αίθουσα, μακριά από αυτόν τον αξιολύπητο μπόγο των ματωμένων και χτυπημένων κορμιών.
Η αίθουσα έκλεισε και σφραγίστηκε απ’εξω και μέσα σε αυτήν δεν έμεινε ούτε ένα μέλος των ΠΟΛΥΠΟΔΕΣΛ. Πριν φύγουν όμως βοήθησαν τους ΥΠΑ ΠΑ ΛΟ να ξαναβρεθούν στα υπογειά τους. Έναν έναν τους είχαν τραβήξει και σύρει από την ανοιχτή εσωτερική πόρτα προς τις σκάλες που οδηγούσαν στο κάτω μέρος. Και μόλις τους ακουμπούσαν πάνω στο κατώφλι της σκαλωσιάς, με μια γερή ποδοσφαιρική κλωτσιά τους γκρέμιζαν προς τα κάτω αναγκαζοντάς τους να κατέβουν κουτρουβαλώντας τις σκάλες και σκούζοντας σαν αστείοι ποντικοί. Στο τελευταίο σκαλί, μόλις πετάχτηκε και ο τελευταίος, σχηματίστηκε νέος σωρός σωμάτων, μόνο που τώρα ήταν σε άλλη διάταξη και σχήμα. Και όταν και η εσωτερική πόρτα έκλεισε με έναν τρομακτικό θόρυβο, παίρνοντας στο κλεισιμό της και την τελευταία ακτίνα φωτός, οι ΥΠΑ ΠΑ ΛΟ βυθίστηκαν για μια ακόμη φορά στο γνωριμό τους σκοτάδι, ψάχνοντας και ψαχουλεύοντας ο ένας τον άλλον στο πρόσωπο.


Τέλος πρώτου κεφαλαίου

Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη