Ο ξένος (Πλού-Γή)

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Κάθε μεσημέρι κατηφορίζει με βήμα γρήγορο,
σαν κοιτώ απ' το παράθυρο, το βλέμμα του ευχαριστεί
κρατά εφημερίδα και φορά μπλε ακριβή ζακέτα,
με ένα νεύμα του κεφαλιού χαιρετάει
και σα χαμογελώ χαμογελά κι εκείνος

Στο 'να μάτι του έχει τη θάλασσα και στο άλλο το δάσος,
στο ένα κολυμπούν καρχαρίες και στ' άλλο τρέχουν ξωτικά

Κάποιες φορές βηματίζει αργά, νωχελικά
λες και επιστρέφει από μια μεγάλη βόλτα,
ρεμβάζει σκεφτικός το μικρό καστράκι και το νερό τριγύρω του
σηκώνοντας ανάλαφρα το πρόσωπό του
και σα τον θαυμάζω μυστικά, οσμίζεται κάθε συναίσθημα

Στο ένα χέρι του φυτρώνει μια αγριελιά και στο άλλο ένα πλατάνι,
στο ένα το χάδι γδέρνεται και στο άλλο νερό πίνει και ξαποσταίνει

Υπάρχουν μέρες που σκυφτός κατεβαίνει,
μισές και ολόκληρες γραμμές στη μέση του μετώπου του,
τα χέρια του άδεια είναι, αμήχανα τρυπώνουν μες στις τσέπες,
μπορεί να κρατάνε και τη μπλε ζακέτα στο πλάι,
και σαν μια καλημέρα του μιλήσω, τις γραμμές του σβήνει

Στο ένα του πρόσωπο φωτιές ζωγραφίζει και στ' άλλο ανέμους,
στο ένα καίγονται διαβόλοι και στ' άλλο φτερουγίζουν πουλιά

Όλα τα πρωινά και απογευματινά
θα 'χουν ματιές, νεύματα, καλημέρες, χαμόγελα
που γρήγορα κατεβαίνουν στης καρδιάς τις υπόγειες στοές
και αέναα σαρώνουν της ψυχής τους δρόμους
Έχει πολλές στοές η καρδιά και περισσότερους δρόμους η ψυχή...

Στο ένα μας κρυφό χωράφι σπέρνουμε και στ' άλλο θερίζουμε
στο ένα τα μυστικά μας και στ' άλλο τα φανερά μας...


Φεβρουάριος 2004
(για τις Κυριακές του Ναυπλίου)
Πλού-γή

Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη