Μια φορά και έναν καιρό... (vangelis)

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση


Μια φορά και έναν καιρό...

... ήταν ένας περπατητής. Εδώ και χρόνια περπατούσε τον κόσμο, περνούσε από ποτάμια, τα βουνά, τις πεδιάδες. Κοιμόταν όταν νύσταζε, έτρωγε όταν πεινούσε... και πρόσεχε καλά ότι έβλεπε. Στα ταξίδια του έβλεπε τις μεγάλες πόλεις, έβλεπε τον κόσμο που πήγαινε αγχωμένος στην δουλειά του, έβλεπε τα πολλά αυτοκίνητα, τα καυσαέρια, την φασαρία... στα χωριά έβλεπε παρατημένα σπίτια, τα γερόντια, την σκληρή δουλειά στα χωράφια, και προχωρούσε.

Κάποια στιγμή, μετά από αρκετά χρόνια, του ήρθε μια απορία... μια απορία που αρχικά απλά τον ενοχλούσε, μετά τον ανησυχούσε. Και έτσι, κάποια μέρα, αποφάσισε να βρει την λύση για την απορία αυτή... και ξεκίνησε. Περπάτησε πολλά χρόνια, ώσπου, την στιγμή που το φως νικούσε το σκοτάδι, βρήκε μπροστά του την απέραντη υγρή έκταση... την θάλασσα, η οποία κυμάτιζε τρυφερά εκείνο το πρωί.

Θάλασσά μου, γεια σου...
Γεια και χαρά περπατητή μου...
Θάλασσά μου, να σε ρωτήσω κάτι;
Ότι θέλεις... του απάντησε αυτή...
Απλά... έχω μια απορία, μια απορία με όλα αυτά που γίνονται τριγύρω μου, απλά, θέλω να μάθω... γιατί;
... χμμμ... έκανε η Θάλασσα μετά από κάποιο χρόνο σκέψης... υπάρχω από την αρχή του κόσμου, έχω δει πολλά να γίνονται, στις πλάτες μου γίναν μάχες πολλές, δίνω τροφή, ζωή σε πολλούς, και την αφαιρώ από αυτούς που δεν με σέβονται. Ότι και να γίνει, εγώ θα υπάρχω αιώνια... και το ξέρω αυτό. Αλλά την απορία σου... δεν μπορώ να σου την λύσω... δεν μπορώ... και σήκωσε ένα λυπηρό κύμα...
... αλλά θα σε συμβούλευα, αν μπορείς, να ρωτήσεις το φεγγάρι, ίσως να ξέρει...

Και έτσι ο περπατητής συνέχισε... περπάτησε πολλά χρόνια... ώσπου... ένα βράδυ, γλυκό σαν την αγάπη, βρήκε το φεγγάρι...

Γεια σου, του είπε ο περπατητής...
Γεια και σε σένα, του απάντησε κάπως αγχωμένα το φεγγάρι...
Φεγγάρι μου, μπορώ να σε ρωτήσω κάτι;
Κοίτα, δεν έχω πολύ χρόνο... πρέπει να βιαστώ... η νύχτα τελειώνει σε λίγο...
Ένα λεπτάκι μόνο... δεν θα σε ενοχλήσω για πολύ...
Άντε καλά. Για πες μου, τι μπορώ να κάνω για σένα;
Φεγγάρι μου... εδώ και χρόνια με απασχολεί κάτι... και τώρα τελευταία με ανησυχεί, έχω ρωτήσει και την θάλασσα, αλλά δυστυχώς δεν μπόρεσε να βοηθήσει... και αυτή με έστειλε σε σένα..
Τι ακριβώς σε απασχολεί, θα μου πεις;
Απλά... θέλω να μάθω... γιατί;

... χμμμ... έκανε το Φεγγάρι μετά από αρκετή σκέψη... να σου πω, υπάρχω από την αρχή του κόσμου και κάνω την βόλτα μου στην πλάτη του φίλου μου, του ουρανού. Δίνω φως στα πλάσματα της νύχτας, βλέπω έρωτες, αλλά και θανάτους, με προσκυνάνε κάθε μήνα, όταν έχω τις ομορφιές μου.. και ξέρω, πως ότι και να γίνει, εγώ θα υπάρχω αιώνια... Αλλά την απορία σου... δεν μπορώ να σου την λύσω... δεν μπορώ... και συνέχισε, κάπως λυπημένα, τον δρόμο του στο σκοτάδι της νύχτας...
Φεύγοντας, του λέει του περπατητή μας να πάει να βρει τον ήλιο... αυτός ίσως να ξέρει...

Και έτσι ο περπατητής συνέχισε... περπάτησε πολλά χρόνια... ώσπου... ένα πρωινό, γλυκό σαν τον έρωτα, βρήκε τον ήλιο...

Γεια σου, του λέει... μήπως ενοχλώ;
Γεια και σε σένα, με το συμπάθειο, ναι, ενοχλείς, δεν έχω πολύ χρόνο, πρέπει να βιαστώ, να προλάβω την νύχτα...
Μόνο μια ερώτηση θέλω να σου κάνω... με έστειλε το φεγγάρι...
Το φεγγάρι σε έστειλε; Πες μου τότε, άλλα σύντομα....
Απλά... θέλω να μάθω... γιατί;
Φανερά τσατισμένος του απάντησε ο ήλιος... Άκου να σου πω... από την αρχή του κόσμου ως τώρα... δίνω φως, ζέστη, ζωή στον κόσμο. Είμαι το πιο σημαντικό σε αυτόν τον πλανήτη... χωρίς εμένα θα υπήρχε θάνατος παντού, θα υπήρχε το απόλυτο σκοτάδι. Αλλά είναι σκέτη αλαζονεία να πιστεύεις πως θα ήξερα το γιατί... αν και ξέρω, πως ότι και να γίνει, εγώ θα υπάρχω αιώνια... το γιατί δεν το γνωρίζω. Λυπάμαι, αλλά δεν μπορώ να σε βοηθήσω... και συνέχισε βιαστικά τον δρόμο του...

Ταραγμένος, και πολύ, μα πάρα πολύ απογοητευμένος συνέχισε ο περπατητής τον δρόμο του... και περπάτησε για πολλά χρόνια, συλλογισμένος, πάντα σε σκέψη... ώσπου... κάποιο βροχερό πρωινό.. συνάντησε ένα μικρό κοριτσάκι στον δρόμο του. Το κοριτσάκι ήταν, δεν ήταν 10 χρονών, τα μαλλιά του πέφταν βρεγμένα από την βροχή στο μέτωπό της, και 2 λαμπερά, φωτεινά γαλάζια μάτια, μάτια σαν φανάρια, τον κοιτούσαν συλλογισμένα.

Γεια σου, του είπε
Γεια και σε σένα, μικρό κοριτσάκι, απάντησε ο περπατητής...
Έμαθα πως κάτι σε βασανίζει... του είπε το κοριτσάκι... καθώς έκανε δυο βήματα προς τον περπατητή
Ναι, της απάντησε αυτός με απορία στην φωνή, από πού το έμαθες;
Κάποιοι φίλοι μου το είπαν... του απάντησε αυτή...
... σιωπή...
Θα μου πεις και μένα, έτσι δεν είναι ?... ρώτησε το κοριτσάκι...
Απλά... εδώ και χρόνια... περπατάω, βλέπω ότι γίνεται στον κόσμο... και κάποτε... αναρωτήθηκα, έτσι απλά, το γιατί... άλλο τίποτα... βρήκα τον ήλιο... βρήκα την θάλασσα... βρήκα το φεγγάρι... αλλά δεν μπορούσαν να μου πούνε το γιατί.... είμαι πολύ απογοητευμένος, στεναχωρεμένος... περπατάω, βλέπω... χωρίς να καταλαβαίνω...

Όσο μιλούσε ο περπατητής... το κοριτσάκι τον ζύγωνε... βήμα με βήμα... και όταν τελείωσε να μιλάει... στεκόταν μπροστά του... και τον κοιτούσε επίμονα με τα λαμπερά της μάτια...

Σκύψε να σου πω... και, έτσι που έσκυψε στο μικρό κοριτσάκι... τον φιλάει τρυφερά στο μέτωπο...
... μην ψάχνεις άλλο το γιατί, του λέει... ξέρεις... όλο το γιατί, βρίσκεται σε ένα φιλί... μην ψάχνεις άλλο...

... και τότε... κατάλαβε...

Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη