Δέντρα (PPS)

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση


Η βλάστηση σκεπάζεται με φως να την κάψει η ζωή
να την κάνει ν' αναριγήσει και τα στάχυα υψώνονται στον ήλιο
σαν φιδογραμμές που πατάει πάνω τους η ζωή
για να θρέψει τις ορδές των ανθρώπων και για να θρέψει
τις ουρές και τις αγέλες των μυστικών της.

Τα δέντρα για χρόνια ολόκληρα κοιτάζουν το ένα το άλλο
και δεν ανταλλάσσουν ούτε μια λέξη που να μπορεί αυτί να την ακούσει.
Συνομιλούν με την γύρη τους, αγκαλιάζονται διαρκώς με τα κλαριά
και τις ρίζες τους και χαϊδεύονται με το φύσημα του ανέμου
τρεμοπαίζοντας τα φύλλα τους που μετά από της ηδονής το παραλήρημα
πέφτουν στο χώμα για να δώσουν με την σάρκα τους στους νέους σπόρους
όσα δεν μπόρεσαν να τους δώσουν με την υγρή πρωινή
αστεντόρεια φωνή τους...

Το νερό, το αίμα της γης, χτυπάει στις φλέβες τους κι αν εκεί κοιτάξεις
βλέπεις το χνώτο τους που βγαίνει από την αθόρυβη ανάσα
και γίνεται μυρωδιά στα δυνατά ρουθούνια των αλόγων.
Ύστερα ο χρόνος τα γεμίζει ρυτίδες, τα δέντρα ξεραίνονται
και κανείς πια δεν τα ακούει και κανείς δεν θυμάται
πως το χαμόγελο τους δεν ήταν μόνο από σμάλτο.

Όλο τον χειμώνα άκουγα και έβλεπα τις σπίθες τους να πετάγονται
προς την μόνη τους έξοδο, προς τα μένα,
καθώς ξερά τα έκαιγα και καιγόμουν μαζί τους
δίχως αυτί να μπορεί να μας ακούσει.

Τώρα ο μισός είμαι από στάχτη. Δεν νιώθω μοναξιά να ψάξω παρέες,
δεν ζητώ φίλους δεν ζητώ εχθρούς, δεν νιώθω πόνο, τίποτα δεν νιώθω.
Τρώγω φαγητό και πίνω νερό. Κουρδισμένο ρολόι η φύση μου.
Η μια μέρα καβαλάει την άλλη και κάθε φορά περιμένω να έρθει η νύχτα
που μπορώ μόνος μου να είμαι κα να βυθίζομαι αργά στο χώμα
δίχως ν' ακούω τα πριονωτά γέλια και κλάματα των ανθρώπων.
Παντού γύρω μου υπάρχουν σκορπισμένες σαν φύλλα άηχες λέξεις
και προσπαθώ να τις συγκεντρώσω για να τις κάνω αιτία και δικαιολογία
που παρακολουθώ τις συντεταγμένες των ημερών
στους αριθμούς των ημερομηνιών.

Κάποιες φορές σε κοιτώ να στέκεσαι δίπλα μου
χαμένη κι εσύ στους δρόμους και στα δάση τα δικά σου.
Προσπαθώ να σου μιλήσω.
ΚΟΙΤΑ ΜΕ σου φωνάζω.
Μου απαντάς με ένα τρίξιμο και ένα τρέμουλο του γυμνού σου κορμού.
Κοιτάς με δίψα τα σαλιωμένα χείλη και τις λέξεις που κινούνται
παλινδρομικά πάνω στα ιδρωμένα μας σώματα πριν τελικά πέσουμε
πάνω στο σεντόνι μαζί με τους λεκέδες της ύπαρξης μας.
Σου μιλώ.
Μα κοιτάς τις λέξεις και δεν τις ακούς.
Κοιτώ το τρίξιμο σου και δεν το ακούω.

Το έμαθα πια, το ξέρω.
Κανείς δεν τα ακούει τα δέντρα.

Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη