Το βλέμμα άνοιξε πανιά (Ματσαμάκης)

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση


Όταν γεννήθηκα, βροχή με καλωσόρισε,
Έπλεξε νότες ο θεός αστραφτερές
Η μάνα μου χαρούμενη, με δώρισε,
Σε ένα τσουβάλι με έκρυψε, μικρό, από στιγμές

Ήταν χειμώνας για να δω τις ηλιαχτίδες,
Άκουσα στάλες κι η βροχή με τρόμαξε
Η νοσοκόμα έτρεξε να κλείσει τις περσίδες,
Και δυνατότερα η βροχή με φώναξε

Δεν ήξερα τότε τι θα πει να είσαι βρέφος,
Πως θα μεγάλωνα δεν είχα φανταστεί
Ξέπλυνε δυνατά εκείνη η βροχή το νέφος,
Ο κόσμος καθαρός για να με υποδεχτεί

Πόσοι χειμώνες πέρασαν με φόβο,
Χίλια κυκλάμινα έχασα να δω
Ποτέ κανείς δεν έκανε τον κόπο,
Το χέρι να μου δώσει, να σταθώ

Όταν γεννήθηκα, το άστρο μου με γνώρισε,
Έψαξα για βράδια να το βρω
Κάποιοι μου’ παν ‘άστο πια, προχώρησε’,
Με έκαναν έτσι να παρακαλώ

Γράπωσα το βλέμμα μου, απαλά το κράτησα,
Το άφησα στο κύμα, στον αφρό
Στη θάλασσα ως το λαιμό περπάτησα,
Για να μη φοβηθεί, όπως κι εγώ

Έμαθα στο βλέμμα μου να χάνεται,
Πέρα στον ορίζοντα, μακριά
Άνοιξε πανιά, τώρα δεν πιάνεται,
Όλοι οι καυμοί μου, στην στεριά

Του έστειλα φιλί, για καπετάνιο,
Θόλωσε , τρεμούλιασε η καρίνα
Θέριεψε και πως το κουμαντάρω;,
Το ‘πνιξε το κύμα κι είναι κρίμα

(ρεφρέν)
Όλη τη ζωή μου να παλεύω,
Το σκαρί να κάνω πιο γερό
Όλη τη ζωή να ταξιδεύω
Στα ναυάγια των ματιών να ξεβραστώ.

Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη