Γιώργος Περαντάκος - Το τραγούδι είναι εικόνες

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση


Συνέντευξη στην Κατερίνα Πατεράκη (llorona).

“Διαφωνώ με τον όρο «διασκεδαστής» αλλά μέσα από αυτό που πιστεύεις εσύ, δώσε στον άλλο τη δυνατότητα να γελάσει, να κλάψει, να ερωτευτεί, να προβληματιστεί... Το τραγούδι είναι εικόνες”

Μου αρέσει η γεύση που αφήνει η πρώτη δουλειά ενός καλλιτέχνη. Η πρώτη, με την έννοια ότι εκείνος πια φέρει την ευθύνη της. Ήρθε στα χέρια μου το «Επόμενο Πρωί», η πρώτη ουσιαστικά δισκογραφική απόπειρα του Γιώργου Περαντάκου μία από τις τελευταίες δουλειές που κυκλοφόρησε η ΛΥΡΑ. Μετά από πολυετή θητεία στο χώρο του τραγουδιού, ξανά στην αρχή με ένα πρώτο βήμα. Με έξι δικές του συνθέσεις και τραγούδια φίλων. Τραγούδια πλασμένα με τη γλύκα που απορρέει από τη φιλική σχέση και το αίσθημα ευθύνης των καλών δημιουργών. Δουλειά που δίνει ένα καλό στίγμα, όχι για το τι μπορεί να τραγουδήσει ο ίδιος αλλά για το τι αγαπά να τραγουδά. Έντιμα τραγούδια.
Στο φιλόξενο «Φελλό», στο Κουκάκι, συναντηθήκαμε για να κάνουμε αυτή την κουβέντα. Που ξεκίνησε από το άχαρο πάτημα του μαγνητοφώνου και κατέληξε σε χαλαρή κουβεντούλα πάνω από κρασί. Με ένα νέο άνθρωπο απέναντί μου, να μιλάει με ενθουσιασμό για τη δουλειά του, χωρίς ηττοπάθειες και γκρίνιες αλλά αποφασισμένος να κυνηγήσει αυτό που αγαπά με όσο κόπο χρειάζεται. Κι ας μετράει ήδη χρόνια στο χώρο. «Η χαρά δεν είναι τσάμπα», Γιώργο, δίκιο έχεις. Αλλά... είναι τόσο ωραίο που κάποιος την ονομάζει.. χαρά, επιτέλους!


Εν αρχή ην ο τίτλος. Τι θέλεις να μας πεις με «το Επόμενο πρωί»;

Είναι η καινούρια μέρα που φέρνει αισιόδοξη ματιά. Μια σκέψη που κάνει ο καθένας μας, ότι από αύριο ξεκινάει κάτι νέο. Είναι παρμένο από στίχο της Ιωάννας Μαυρέα, στο τραγούδι «Πανσέληνος». «... και πάντα σαν βραδιάζει αναρωτιέμαι, τι θα συμβεί το επόμενο πρωί, παιχνίδι, που το παίζω τώρα χρόνια και πάντα εμένα βρίσκει νικητή». Μπήκε τίτλος γιατί επί της ουσίας είναι η πρώτη φορά που εμφανίζομαι σαν τραγουδοποιός κι έτσι, είναι για μένα... το επόμενο πρωί.

Υπογράφεις τη μουσική σε έξι τραγούδια. Γιατί δεν αρκέστηκες στο δικό σου υλικό;

Ήθελα σαν πρώτη απόπειρα, να μαζέψω υλικό από φίλους... γιατί, γιατί όσοι είμαστε «στον από δω χώρο» (γέλια), βρισκόμαστε συχνά, παίζουμε, τραγουδάμε σε παρέες, ξέρεις, έχουμε ακόμα την παλιά νοοτροπία. Ακούγοντας λοιπόν κάποια τραγούδια τους, είδα ότι θα μπορούσαν να συνυπάρχουν με τα δικά μου. Τους συγκεκριμένους άλλωστε τους σέβομαι απεριόριστα και τους ευχαριστώ γιατί μου έδωσαν υπέροχο υλικό. Δεν έγινε επί τούτου βέβαια, προέκυψε.
Είναι μαγικό ότι όσοι συμμετείχαν στο δίσκο, είναι όλοι φίλοι... οικογενειακή κατάσταση, και αυτό μου αρέσει πάρα πολύ! Και εξαιτίας αυτού, όλοι οι συντελεστές το αντιμετώπισαν σαν δικό τους κάτι που έπαιξε μεγάλο ρόλο στο αποτέλεσμα. Και τους ευγνωμονώ!

Για να κάνω λίγο και το συνήγορο του διαβόλου, όλοι αυτό μου λένε στις συνεντεύξεις «Τι όμορφη παρέα.. ” Μα γίνεται; Ο χώρος είναι αρκετά ανταγωνιστικός.

Εγώ πάντως στο λέω ειλικρινά. Έχουμε ανάγκη από παρέες. Και παρέες στη ζωή μας και παρέες μουσικά. Είναι πολύ σημαντικό πράγμα. Οι παρέες πάνε μπροστά τα πράγματα, το πιστεύω αυτό!

Σύμφωνοι, αλλά αυτό που αναρωτιέμαι είναι μήπως η συνεργασία με τους φίλους σε πηγαίνει πίσω αντί να σε σπρώχνει μπροστά. Με την έννοια ότι δεν αναζητάς πράγματα, εμπιστεύεσαι αυτά που ήδη ξέρεις..

Κοίτα, αυτό που σου λέω δεν είναι υποχρεωτικό. Κάθε μέλος μιας παρέας έχει τα όνειρά του, τις ικανότητές του. Απλά όταν συμπράττουμε, ο καθένας βάζει την πινελιά του και την αισθητική του. Δε συμφωνώ καθόλου ότι αυτό σε πάει πίσω. Η ενέργεια, η έμπνευση που θα σου δώσει ένας άνθρωπος που τον ξέρεις, έχεις συνδιαλλαγεί και σέβεσαι τις απόψεις και το ταλέντο του, είναι πολύ σημαντικός παράγοντας. Γιατί, ακούω δίσκους που ακούω πολύ ωραία παιξίματα αλλά ψυχρά, διεκπεραιωτικά. Αυτό ήθελα να το αποφύγω. Και, τουλάχιστον, σε αυτό το δίσκο δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο.

Γιατί να αγοράσει κάποιος το «επόμενο πρωί; ”

Ε, τώρα πόσο αντικειμενικός να είμαι;

Όντας εκ των έσω, εσύ ξέρεις το πιο όμορφο κομμάτι του, αυτό πες μου.

Πιστεύω ότι είναι ένας γοητευτικός δίσκος. Όσο αντικειμενικός μπορώ να είμαι! Ψάξαμε πολύ προσεκτικά το υλικό. Έχει πολύ ωραία παιξίματα, φρέσκια ενορχήστρωση και μια συνοχή. Αυτό νομίζω θα βρει κανείς. Θα δει ότι είναι μια προσεγμένη δουλειά, που σέβεται αυτόν που θα δώσει τα χρήματά του να τον ακούσει. Και νομίζω ότι με αντιπροσωπεύει απόλυτα. Θα βρεις στοιχεία ροκ, παραδοσιακά, λαϊκά γιατί αγαπώ πολλά είδη μουσικής αρκεί να ‘ναι καλοπαιγμένα και να ‘χουν κάτι να πουν.

Παρά τα διαφορετικά στοιχεία, έχει πράγματι ενοποιητικό ρόλο η ενορχήστρωση

Ακούω διάφορες μουσικές και σ’ αυτό το δίσκο δεν ήθελα να φοβηθώ να βάλω στοιχεία που μ’ απομακρύνουν απ’ την ταμπέλα «έντεχνο». Το «βάζω ένα κοντραμπάσο, μια κιθάρα και ένα ακορντεόν και περνάει σαν έντεχνο», εμένα με κουράζει πια στους δίσκους. Ήθελα μια νέα διάθεση στην ενορχήστρωση, μια φρεσκάδα. Ο Παναγιώτης Σαρδέλης, νιώθω, ότι έκανε πολύ καλή δουλειά που θα μπορούσε ν’ αποτελεί και μια νέα πρόταση κι ας ακουστεί βαρύγδουπο.

Με αφορμή αυτή την κουβέντα, εξήγησέ μου γιατί σαν ακροατής αισθάνομαι πάντα το άγχος των καλλιτεχνών να παρουσιάσουν μια νέα πρόταση; Κακό είναι να βγαίνει κάτι χωρίς την πρόθεση του πρωτοποριακού αλλά συνεπές, με ύφος συμπαγές; Κι ας μην έχει κάτι νέο να προτείνει;

Όχι, καθόλου! Αλλά η δυσκολία είναι να παντρέψεις όλα αυτά που σου αρέσουν, ώστε να έχουν αυτή τη συνοχή. Πρέπει να βρεις μια φόρμα, ώστε να ταιριάξουν όμορφα. Ας πούμε εδώ, θα βρεις στοιχεία ροκ, παραδοσιακά, λαϊκά, και νομίζω ότι το αποτέλεσμα με αντιπροσωπεύει απόλυτα γιατί είναι όπως το σκέφτομαι ακριβώς: Μου αρέσουν πολλά είδη μουσικής αρκεί να ‘ναι καλοπαιγμένα και να ‘χουν κάτι να σου πουν.

Εγώ βρήκα μεγάλο ενδιαφέρον και στο στίχο. Δεν έχει κατά κύριο λόγο ερωτική θεματολογία είναι πιο εσωτερικός. Και μου έκανε εντύπωση που οι περισσότεροι στιχουργοί είναι νεοεμφανιζόμενοι, εκτός ίσως του εξαιρετικού αλλά ακριβοθώρητου Τάσου Σαμαρτζή.

Δεν κοιτώ αν αυτός που μου δίνει ένα στίχο είναι επαγγελματίας ή έχει γράψει επιτυχίες. Με νοιάζει αν αυτό που διαβάζω μου αρέσει, με εκφράζει και μεταφράζεται σε τραγούδι.

Ποιο τραγούδι είναι η αγαπημένη σου στιγμή;

Όλα τα αγαπώ. Αλλά αφού επιμένεις, μια αγαπημένη στιγμή είναι στο «Ο Βασιλιάς με τα 12 σπαθιά», που τραγουδάμε ένα ρεφρενάκι με δύο παιδιά, την Εβίνα και τον Παναγιώτη, που τα ξέρω από μικρά. Όταν τραγουδάς με παιδιά, πίστεψέ με, συμβαίνει κάτι μαγικό. Και ο στίχος «.... τι δουλειά, σου γυρεύω δανεικά, να πληρώσω όσα θα ‘ρθουνε μετά» νομίζω ότι είναι πολύ ωραίος.

Το πιο εξωστρεφές κομμάτι του δίσκου πάντως, φαίνεται να είναι το «συννεφάκι» του Λάμπρου Καρελά, πολύ δροσερό τραγούδι και ραδιοφωνικό θα λεγα...

Στην πραγματικότητα, το «συννεφάκι» το έγραψε ο Λάμπρος τη μέρα που πέθανε ο Ζαμπέτας κι είναι αφιερωμένο σ’ αυτόν. Παράξενο ε;

Δεν ανησυχείς μήπως τέτοιες εξωστρέφειες πλήττουν τη.. σοβαρότητα του δίσκου); Μιλώντας πάντα με τους αυστηρούς κανόνες του «εντέχνου».. (γέλια)

Όχι, θεωρώ ότι και η εξωστρέφεια χρειάζεται αρκεί να μη μένεις μόνο εκεί. Είναι ωραίο να υπάρχει μια τέτοια στιγμή σ’ ένα δίσκο.
Ας πούμε για μένα, ένας απ’ τους κορυφαίους δίσκους των τελευταίων 25 ετών, ήταν τα ΖΕΣΤΑ ΠΟΤΑ των αδελφών Κατσιμίχα. Σημείο αναφοράς, με την έννοια ότι, με αφετηρία αυτή τη δουλειά, ξεκίνησαν ρεύματα. Ήταν ευλογία οι Κατσιμιχαίοι για τη μουσική αυτού του τόπου, γιατί έδωσαν στίγμα και βοήθησαν πολύ το καλό τραγούδι να εξελιχθεί. Σκέψου, ότι σ’ αυτό το αριστούργημα, το πάτημα του δίσκου ήταν το «Ρίτα Ριτάκι», ένα σαφώς εξωστρεφές σχόλιο, και μέσα είχε άλλα δέκα αριστουργήματα!!!

Το τραγούδι «Από τη Χίο στην Αθήνα», που τραγουδά ο Παντελής Θαλασσινός είναι βιωματικό;

Ε, ναι. Ο Παντελής, το στιγμάτισε υπέροχα νομίζω. Είναι εξαιρετικός ερμηνευτής. Κελαηδάει το λόγο. Και κάθε φράση που βγάζει ξέρει γιατί τη λέει. Είναι σεμινάριο ερμηνείας ο ίδιος.

“Σ’ ένα καράβι μ’ ένα νήμα, μην τύχει και χαθώ, αν στο δρόμο μου Μινώταυρο θα βρω.. ”. Έφυγες από τη Χίο στα 21. Δύσκολη η προσαρμογή;

Στην αρχή πολύ. Εδώ τα πράγματα μου φαίνονταν όλα πιο δύσκολα. Σιγά σιγά βέβαια, βρίσκεις το δρόμο σου, μη γκρινιάζω. Οικονομικά κυρίως ήταν ζόρικα αλλά δούλεψα και δόξα το Θεό ζω αξιοπρεπώς. Έχω κάνει βέβαια πολλές δουλειές για να ζήσω και χαίρομαι γι’ αυτό. Καθένας, την τύχη του τη φτιάχνει μόνος του. Δεν είμαι της λογικής «τα κυκλώματα δε μας αφήνουν» κτλ. Όλα έχουν να κάνουν με τις επιλογές μας και τον τρόπο που στεκόμαστε απέναντι στα πράγματα. Η Αθήνα έχει πολλές δυνατότητες σαν πόλη και σου προσφέρει πολλά. Το θέμα είναι ποια επιλέγεις ν’ ακολουθήσεις και ποια όχι.

Πόσο μπορεί κανείς να κάνει στην πραγματικότητα επιλογές όταν χρειάζεται να ζει από το τραγούδι;

Στην αρχή είχε μια δυσκολία. Νομίζω ότι όποιος το αγαπήσει και δουλέψει πολύ – γιατί θέλει κόπο! - θα το κατακτήσει. Η χαρά δεν είναι τσάμπα, όπως ξέρεις – θέλει να το παλέψεις.

Πράγματι, στην έως τώρα θητεία σου στο τραγούδι, έχεις συμμετάσχει κυρίως σε κύκλους τραγουδιών. Αυτές πια οι δουλειές είναι γνωστό ότι δύσκολα βρίσκουν το δρόμο για το αγοραστικό κοινό, όσο αξιόλογες κι αν είναι..

Τα καλά τραγούδια δεν πεθαίνουν ποτέ όμως. Δεν έχω μετανιώσει για καμία απ’ αυτές τις συμμετοχές.

Ποια ήταν για σένα η πιο αντιπροσωπευτική;

Χάρηκα πολύ τη δουλειά που κάναμε με το Γιάννη Γερογιάννη και τον Τάσο Σαμαρτζή «Τα όνειρα δεν είναι υποσχέσεις». Δυστυχώς ήταν άτυχη δουλειά, βγήκε με την εταιρεία του Διφώνου, τον καιρό που έπεσε έξω και δυστυχώς δεν υπάρχει πια. Αυτή τη δουλειά την αγάπησα πολύ. Σκέφτομαι ότι ίσως κάποτε την επανεκδώσουμε. Και η περσινή δουλειά, το «12 και μία ματιές στα Δωδεκάνησα» (LYRA), μου άρεσε πολύ γιατί αγαπώ πολύ τα παραδοσιακά. Ήταν 13 ερμηνευτές από τον Πάριο μέχρι τον Πυροβολάκη, όπου ο καθένας έδινε μια σύγχρονη ματιά στα παραδοσιακά κομμάτια, πολύ ενδιαφέρουσα.

Πιο σημαντικό θεωρείς ότι είναι το ταλέντο ή η ερμηνεία για έναν τραγουδιστή;

Η ερμηνεία νομίζω. Το τραγούδι είναι έκφραση. Προτιμώ έναν καλό ερμηνευτή από έναν καλό τραγουδιστή.

Αυτό προϋποθέτει και μια γενικότερη καλλιέργεια όμως.. Καλλιτέχνης δηλαδή όχι απλά τραγουδιστής..

Τι θα πει αυτό; Εγώ δεν δηλώνω «καλλιτέχνης». Μου αρέσει να τραγουδώ. Να τραγουδώ το λόγο. Και όταν αυτό που τραγουδώ μου αρέσει και το μεταφέρω και στους άλλους, αυτό είναι ευλογημένο συναίσθημα. Τόσο απλά.

Θεωρητικές σπουδές χρειάζεται κανείς;

Νομίζω πως ναι. Έκανα και ακόμα κάνω μαθήματα. Έκανα στο Κεντρικό Ωδείο και στο Εθνικό, 6 χρόνια, τραγούδι, κιθάρα. Είναι οι θεωρητικές βάσεις. Χρειάζεται να τις έχεις.

Αλήθεια, πως ξεκίνησες να τραγουδάς;

Στη Χίο, σε γκρουπάκια. Στο στρατό, αργότερα, ήταν μια στρατιωτική ορχήστρα, στη Θήβα στο πυροβολικό, όπου γνώρισα πολύ σημαντικούς δεξιοτέχνες μουσικούς κι είχα επίσης... συνστρατιώτη το Δημήτρη Ζερβουδάκη, καλή του ώρα! Τραγουδούσαμε μαζί, κάναμε παρέα και μου άρεσε ο τρόπος που έβλεπε τα πράγματα. Μου έδωσε ένα καλό στίγμα, ένα εφαλτήριο για να αρχίσω να το βλέπω αλλιώς. Μετά απ’ αυτό και τα στρατιωτικά live, κατάλαβα πόσο μου άρεσε το τραγούδι. Ξέρεις σε τρέφει, είναι μυρμήγκι. Μετά ακολούθησαν τα ωδεία, οι σπουδές. Δεν ήταν η πρόθεσή μου να γίνω επαγγελματίας, μεράκι ήταν. Στην πορεία βγήκε.

Τι μουσικές άκουγες τότε;

Εμείς ήμασταν παιδιά της ροκ! Κρατικό ραδιόφωνο, Πετρίδη. Στη Χίο δεν είχαμε και πολλούς σταθμούς, ταγμένοι στο Δεύτερο Πρόγραμμα! Θυμάμαι οικογενειακά τραπέζια, με τα τραγούδια της παρέας «η Columbia παρουσιάζει», Τσιτσάνη, Βαμβακάρη (θεός! ), Χατζιδάκι. Αλλά και πολλή ξένη μουσική, που το ’80 ήταν κατεστημένο! Doors, Dire Straits. Ο πρώτος δίσκος που αγόρασα ήταν το “Communique” και ακόμα τον ακούω. Το «once upon a time in the west» το λατρεύω!

Σχέδια για ζωντανές εμφανίσεις υπάρχουν;

Τώρα που βγήκε ο δίσκος θα πάω να παίξω παντού! Συμβαίνει το εξής: Έχω δει ωραίους δίσκους να καίγονται, να χάνονται, επειδή οι δημιουργοί ή ερμηνευτές δεν τους υποστήριξαν στα live. Εγώ είμαι της αντίθετης άποψης. Πιστεύω πως, αν δεν αγαπήσεις εσύ το υλικό σου και δεν το υποστηρίξεις ζωντανά πώς έχεις την απαίτηση ο κόσμος να ‘ρθει κοντά στα τραγούδια σου; Παίζει ρόλο το ραδιόφωνο, ευχής έργο θα ‘ναι να το στηρίξει, αλλά πιστεύω πάρα πολύ στο ζωντανό. Και τα καλά τραγούδια έχουν λόγο ύπαρξης.

Γιατί οι τραγουδιστές του «ποιοτικού χώρου» δεν συνασπίζεστε όπως οι δυνάμεις του «άλλου» χώρου; Διότι ίσως έτσι θα γλιτώναμε κι εμείς οι ακροατές τις υψηλές τιμές, ενίοτε δε υψηλότατες, πολλών μουσικών σκηνών.

Εγώ πιστεύω ότι θα συμβεί μοιραία. Όπως επίσης πιστεύω ότι το τραγούδι περνάει μια φαινομενική κρίση. Καλά τραγούδια γράφονται, καλοί δημιουργοί υπάρχουν. Πότε θα το πάρουν χαμπάρι όλοι όμως, να γίνουν λίγο πιο επικοινωνιακοί και να μπούνε πιο γερά στο παιχνίδι. Η σύμπραξη όπως λες, πήγε να γίνει τη δεκαετία του ’90 αλλά μετά έπεσε, από μας τους ίδιους. Κάποιοι έγιναν ονόματα, έπαιξαν πια με πολύ ακριβό budget οπότε μοιραία ο επιχειρηματίας έπρεπε ν’ ανεβάσει πολύ το κόστος για να βγάλει τα έξοδα. Τώρα πιστεύω πως οι χώροι από δω και στο εξής θα είναι μια μετεξέλιξη της μπουάτ. Νομίζω πως το τραγούδι θα περάσει σε πιο μικρούς, σύγχρονους χώρους, που έχουν μια ζεστασιά, αμεσότητα, γλύκα. Κι αν δεις, οι χώροι που το υποστηρίζουν αυτό πάνε πολύ καλά.

Τι θα τραγουδούσες σε μια τέτοια σκηνή;

Δεν το χω σκεφτεί! Γενικά είμαι ανοιχτός. Μου αρέσει σε ένα πρόγραμμα να πω από πολύ σκοτεινά μέχρι πολύ φωτεινά τραγούδια, που γουστάρω. Δηλαδή, γιατί είναι πιο «σημαντικό τραγούδι ένα «ποιοτικό» από το λαικότατο «γεννήθηκες για την καταστροφή και ήρθες να γκρεμίσεις μια ζωή; ”. Γιατί να τα λέμε όλα στο περίπου και στο κάπως; Ωραίο είναι και το να ακούς ένα τραγούδι που σε οδηγεί στο δικό σου συμπέρασμα αλλά εμένα μου αρέσει και η μαχαιριά! «δε συλλογίστηκες τι πας να κάνεις, μαχαίρι μου ‘μπηξες τρελλή θα με ξεκάνεις! ” Δεν είναι υπέροχο; Γιατί δε χωράει αυτό μαζί με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου, το Μάλαμα.. Ας απενοχοποιήσουμε τα τραγούδια. Λείπει αυτό. Πήγαινα θυμάμαι σε κάτι «έντεχνες» σκηνές το 90 και ήταν κάτι τραγουδίστριες με ένα στυλ «πρέπει να ακούτε μόνο τη φωνή μου». Εγώ δεν το δέχομαι. Γιατί να μην υπάρχει επαφή; Λίγη εξωστρέφεια δε βλάπτει. Όχι όλα πια υπό το πρίσμα της βαριάς σοβαρότητας.

Το άμοιρο το έντεχνο κατηγορείται πράγματι, για ένδυμα σοβαροφάνειας.. κι ίσως τελικά υπάρχει μια δόση αλήθειας σε αυτό.

Πιστεύω ότι εκεί χάθηκε το παιχνίδι. Την εποχή που άνθιζαν οι μουσικές σκηνές, άρχισε να μεγαλώνει η απόσταση του καλλιτέχνη από το κοινό. Επειδή εμείς κάνουμε «τέχνη» μην τυχόν και χαμογελάσει, χορέψει ή γελάσει κανείς! Διαφωνώ με τον όρο «διασκεδαστής» αλλά μέσα από αυτό που πιστεύεις εσύ, δώσε στον άλλο τη δυνατότητα να γελάσει, να κλάψει, να ερωτευτεί, να προβληματιστεί... Το τραγούδι είναι εικόνες. Ο ίδιος ο λόγος σε πάει κάπου, σε έρωτα, σε σκέψεις, σε δάκρυ. Το πιστεύω πάρα πολύ αυτό. Δεν καταλαβαίνω, γιατί σε ένα μπουζουξίδικο πρέπει να είναι κανείς πάνω στο τραπέζι όλη νύχτα. Υπάρχουν και άλλες στιγμές σε μια βραδιά. Αφετέρου όμως δεν καταλαβαίνω γιατί σε μία έντεχνη σκηνή πρέπει όλοι να είναι μουτζούφληδες και προβληματισμένοι. Γιατί να μην υπάρχει και λίγη χαρά; Γιατί αυτό να μη συνδυάζεται σε ένα αξιοπρεπές επίπεδο; Εγώ αυτό θα αναζητούσα σαν ακροατής. Αφού τα ωραία τραγούδια μπορούν να συνυπάρχουν.

Ας το ευχηθούμε λοιπόν!



Υ. Γ Δημιούργημα χωρίς δημιουργούς δεν υπάρχει» μου είπε. «Το επόμενο πρωί» λοιπόν, έχει συνθέσεις των Λάμπρου Καρελά, Βαγγέλη Κονταράτου, Δημήτρη Μαρινόπουλου, Γιάννη Βιλιώτη, Ηρακλή Κοντού, πάνω σε στίχους Ιωάννας Μαυρέα, Τζένης Καναβού, Μίλτου Δημουλή, Νίκου Τσιατά, Βασίλη Μασαλά, Τάσου Σαμαρτζή και Ηρακλή Κοντού. Συμμετέχουν ο Παντελής Θαλασσινός και η Ελευθερία Ορδουλίδου.

Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη