Παναγιώτης Καλαντζόπουλος - Η σύνθεση ως μαστορική

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση


«Λευκό μου γιασεμί», «Με τα μάτια κλειστά», «summertime in Prague» είναι μερικά από τα τραγούδια που καιρό τώρα μας ξυπνάνε αναμνήσεις, μας ταξιδεύουν, μας δημιουργούν νοσταλγία και μελαγχολία και τα αγαπάμε. Υπεύθυνος για αυτά είναι ο συνθέτης Παναγιώτης Καλαντζόπουλος, ένας άνθρωπος που ξαφνιάζει ευχάριστα με το πόσο αιχμηρός είναι, πόσο έξυπνος, καλλιεργημένος, ετοιμόλογος, ενημερωμένος... πάνω από όλα όμως ένας gentleman με εξαιρετική αισθητική, που συνδυάζει όλα τα καλά στοιχεία της Ελλάδας με έναν αέρα και μια ματιά καθαρά Ευρωπαϊκή. Απολαύστε τον.

Από τη Φιλουμένα Ζλατάνου

Kalantzopoulos.jpg

- Δείχνετε άνθρωπος που νιώθει αρκετά άνετα με την εικόνα του. Πιστεύετε προωθείτε σωστά την εικόνα σας;

- Πάντα θαύμαζα τα ζώα πώς φωτογραφίζονται. Δεν υπάρχει ζώο που να βγαίνει άσχημο μπροστά σε φωτογραφική μηχανή, γιατί από έλλειψη συνείδησης αγνοούν παντελώς την ύπαρξη της κάμερας... Είναι ο εαυτός τους, άρα αληθινός και γοητευτικός.

Αυτό που προσπαθώ, αν και ξέρω ότι δεν τα καταφέρνω πάντα, είναι όταν είμαι μπροστά σε κάμερα ή σε μικρόφωνο, να αγνοήσω την παρουσία τους και να παραμείνω αυτός που είμαι πριν και αφού πατήσει κάποιος record. Αυτός είναι και ο καλύτερος τρόπος να γνωρίσουν όσοι το θέλουν βέβαια ποιός πραγματικά είμαι.


Παναγιώτης Καλαντζόπουλος - Σύντομο βιογραφικό

Γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε μουσική στο Λονδίνο από το 1975 έως το 1980, στο Guildhall School for Music and Drama, και μετά στην Ecole Normale de Musique στο Παρίσι. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα συνεργάστηκε ως μουσικός με τον Μάνο Χατζιδάκι και ως ενορχηστρωτής στην δισκογραφία. Από το 1986 γράφει μουσική για τον κινηματογράφο, για τηλεοπτικές σειρές, για θεατρικές παραστάσεις και για ντοκιμαντέρ.

Το 1993 απέσπασε το πρώτο βραβείο Καλύτερης Μουσικής για την τηλεοπτική σειρά "Africa" και το πρώτο βραβείο Καλύτερης Μουσικής Τηλεοπτικής Διαφήμισης. Το 1999 πήρε το Βραβείο Μουσικής στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για την ταινία του Κώστα Καπάκα "Peppermint". Tο καλοκαίρι του 1998 έγραψε μουσική για την "Ηλέκτρα" του Σοφοκλή, που ανέβηκε στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου από το Εθνικό Θέατρο.

Έχει ηχογραφήσει συνολικά εννέα δίσκους, εκ των οποίων οι έξι ήταν με κινηματογραφικές μουσικές.

Από το 2003 έχει μαζί με την γυναίκα του, την Ευανθία Ρεμπούτσικα, το Cantini, τη δική τους δισκογραφική εταιρία με την οποία έχει κυκλοφορήσει το CD-single "Με τα μάτια κλειστά" καθώς και το πρόσφατο "Πέμπτη απόγευμα".

- Κάποια στιγμή υπήρξε το εξής σχόλιο «δε με ενδιαφέρει ποιος το γραφεί, το ερμηνεύει, και το συνθέτει αρκεί να με συνεπάρει η μουσική ή το τραγούδι...». Εσείς είστε αυτής της φιλοσοφίας, σας ενδιαφέρει η δόξα;

- Με ενδιαφέρει να ξέρουν ποιος είναι ο συνθέτης για έναν και μοναδικό λόγο, διότι αυτό διευκολύνει τις παραστάσεις και τις συναυλίες που δίνω. Τις κάνει πιο επιθυμητές στον έξω κόσμο, άρα έχει κανείς περισσότερες προτάσεις, άρα θα μπορώ να κάνω αυτό που μου αρέσει που είναι τελικά να παίζω τη μουσική μου. Κυρίως διευκολύνει να έχω προτάσεις τέτοιες που να μπορώ να έχω τους ανθρώπους μου, τον κόσμο που θέλω να είναι μαζί μου στη σκηνή. Τώρα σχετικά με το ψώνιο της ματαιοδοξίας, ισχύει, πιστεύω στο βαθμό που ο μανάβης θα σου δείξει από το καλό τελάρο να πάρεις ντομάτες. Δεν μπορώ να πω ότι είμαι άμοιρος της κολακείας αυτής, αλλά πρέπει να το έχουμε στη γωνιά που του αξίζει, δεν πρέπει να το αφήνουμε να ξεφεύγει, να καβαλήσει την πραγματική ζωή, διότι η πραγματική ζωή είναι αυτά τα 80-100 χρόνια, πόσα μας δίνει ο θεός και πρέπει να τα ξοδέψεις με τέτοιον ώστε να καταλάβεις πέντε πράγματα...

- Δε σας ενοχλεί να χρεώνεται ο τραγουδιστής ένα κομμάτι, παράδειγμα να λένε «Το λευκό μου γιασεμί» της Πασπαλά, ενώ σε άλλες εποχές θα ήταν «η μαγική πόλη» του Χατζιδάκι;

- Όποιος το λέει αυτά τον θεωρώ απαίδευτο και αμόρφωτο. Ζούμε σε εποχές, όπου οι τραγουδιστές έχει μονοπωλήσει για λόγους εμπορικούς και μάρκετινγκ τα μέσα. Και απ’ την άλλη τα μέσα έχουν πλημμυρίσει από ανθρώπους αμόρφωτους που κατά τύχη κατέληξαν στη δημοσιογραφία. Δεν είναι όλοι φυσικά αλλά οι περισσότεροι είναι αυτοί που στον καιρό της χούντας θα ήταν οι λεγόμενοι «καραβανάδες». Έγιναν δημοσιογράφοι και ασκούν εξουσία χωρίς όμως να είναι ικανοί να τη διαχειριστούν. Τώρα εγώ και διάφοροι ομότεχνοί μου είμαστε θύματα της ασχετοσύνης αυτής τι να κάνουμε; Τον καιρό που υπήρχε η ορχήστρα του Τσιτσάνη, είχε μία ή δύο σειρές μουσικών που ήταν ο Τσιτσάνης οι τραγουδίστριες, οι τραγουδιστές, τα μπουζούκια, οι κιθάρες και από πίσω υπήρχε μια γραμμή με το μπάσο, το πιάνο... Σιγά-σιγά άρχισαν αυτές οι δυο αράδες να ανοίγουνε, να έρχεται πιο μπροστά ο τραγουδιστής και να πηγαίνει πιο πίσω η ορχήστρα, αυτή είναι η εποχή του Νταλάρα. Η επόμενη φάση είναι η εποχή της Πέγκυ Ζήνα, ή της Άννας Βίσση, των σημερινών τραγουδιστριών, που οι μουσικοί έπαψαν πια να φωτίζονται, έγιναν σκιές στο βάθος. Δηλαδή όλο το πράγμα σβήνει τη συμβολή των μουσικών, των συνθετών, των στιχουργών στην υπόθεση που λέγεται τραγούδι και αφήνει από εκεί που υπάρχει η αγία Τριάς, ας πούμε, στιχουργός- συνθέτης- τραγουδιστής, μόνο του τον τραγουδιστή, δημιουργεί έναν απόλυτο μονοθεϊσμό. Το πρόβλημα που δημιουργείται είναι ότι δεν βρίσκουμε πια, εξαιτίας της απαξίωσης αυτής, ωραία τραγούδια να τραγουδήσουμε, γιατί δεν υπάρχουν πια κίνητρα για να γραφτούν Οπότε ναι με πειράζει αλλά ξέρω ποια είναι η δουλειά μου και τίποτα πια δε με βγάζει πια από το παιχνίδι.

- Έχετε και μια πολύχρονη εμπειρία στη διαφήμιση, θα μου πείτε τις σημαντικότερες στιγμές σας;

- Υπήρχε μια Εμποροκάρτα το 1993, την είχε κάνει ο Τάσος Μπουλμέτης, που πήρε και βραβείο και ήταν πολύ ωραία ταινία και σαν στήσιμο και μουσικά. Έπειτα υπήρξε ένα jingle της Hawaiian Tropic, που παίχτηκε σε όλο τον κόσμο για τρία τέσσερα χρόνια, από το 1994 μέχρι το 1997 περίπου, η οποία μάλιστα μου προσέφερε πολύ μεγάλη πείρα στα θέματα της παγκόσμιας αγοράς και περήφανος γιατί την κέρδισα σε διαγωνισμό από τους 3 καλύτερους Εγγλέζους. Το 2000 έκανα μία για ένα Marie Claire ασπρόμαυρο για γυναίκες των Ινδιών, που έπαιξε δυστυχώς λίγο και είχε πάρει το βραβείο εκείνη την χρονιά, ήταν μια δουλειά που έκανα με μια κιθάρα και φωνή τη Σαβίνα Γιαννάτου. Μια άλλη ωραία ιστορία είναι ότι το «Summertime in Prague» γράφτηκε για ένα διαφημιστικό το οποίο απερρίφθη.

Η διαφήμιση είχε δύο καλά, πρώτον ότι έγινα ένας πολύ γρήγορος και αποτελεσματικός παραγωγός στην ηχογράφηση και έτσι «έχτισα» το στούντιο και απέκτησα μεγάλη πείρα. Το δεύτερο είναι ότι πολλά θέματα σιτεύανε μέσα από διαφημιστικά για να γίνουνε τελικά τραγούδια, όπως το «Μέσα από τα Δάκρυα που Πέφτουν Γελάω».

- Τι έναυσμα παίρνετε για να γράψετε;

- Μία από τις κινητήριες δυνάμεις είναι η παραγγελία. Ένας άλλος λόγος είναι να έχω ένα ημιτελή στίχο που μου αρέσει και να πρέπει να τον τελειώσω. Επίσης ένα διαφημιστικό το οποίο πέρασε αλλά για κάποιο λόγο επανέρχεται στη μνήμη μου η μελωδία, και πρέπει αυτό να δέσει με κάτι ακόμα, όπως συνέβη και με το «Summertime in Prague». Δεν υπάρχει συνταγή.

- Σχετικά με το Cantini; Τα υπέρ, τα κατά... (σ. σ. το Cantini είναι η εταιρία παραγωγής που έχουν δημιουργήσει με την Ευανθία Ρεμπούτσικα)

- Ένα από τα καλά του είναι ότι είναι μας δίνει ελευθερία και ένα από τα στραβά του είναι ότι χτυπάει πολύ το τηλέφωνο, δεν μπορείς να συγκεντρωθείς στο γράψιμο που θέλει ησυχία. Θα ’θελα το Cantini να είναι σαν ένας φούρνος που φτιάχνει πολύ καλό ψωμί και που έρχονται από πολύ μακριά να το αγοράσουν. Δε θα ήθελα να κάνω αλυσίδα ούτε να αλλάξω επάγγελμα και να γίνω δισκογράφος. Η φιλοδοξία μας ήταν να κάνουμε αυτόν τον φούρνο που βγάζει ωραίο ζεστό ψωμί και ήδη αυτό συμβαίνει.

- Να κάνω μια τολμηρή παρατήρηση; Θεωρείστε ο κουβαλητής της οικογένειας γι’ αυτό και ασχολείστε περισσότερο και με το οικονομικό κομμάτι και τη διαχείριση της εταιρίας από ότι η κυρία Ρεμπούτσικα;

- Ότι είμαι πιο οργανωτικός και πιο πρακτικός, διαβάζω συμβόλαια, ίσως επειδή είχα και παππού δικηγόρο, αυτό ναι, αλλά δεν είμαι τόσο των χρημάτων, είμαι πολύ πιο αυτάρκης. Με ενδιαφέρουν τα χρήματα πολύ, αλλά μόνο και μόνο για την ασφάλεια που μπορούν να μου παρέχουν, για να δώσω στα παιδιά μου μια σωστή μόρφωση. Ξέρετε, στα ζευγάρια υπάρχουν ρόλοι. Εγώ με έναν τρόπο σχεδόν αόρατο ανέλαβα αυτούς τους ρόλους να παίξω, του εμπορικού, του ανθρώπου που έχει την ευθύνη της υπογραφής. Δε νομίζω ότι η Ευανθία θα ήταν χειρότερη σε αυτό, και εκείνη θα μπορούσε να το τρέξει το Cantini, ίσως και καλύτερα από μένα γιατί έχει μια δυναμικότητα, . Αυτό το ρόλο ανέλαβα, καλώς ή κακώς. Χωρίς να σημαίνει ούτε ότι είμαι καλύτερος ούτε ότι είμαι ικανότερος. Ίσως να έγινα «κουβαλητής» από ανδρική ματαιοδοξία.

- Είστε δεκτικοί, βοηθάτε νέους μέσα από το Cantini;

- Καταρχάς, όλοι αυτοί που βγαίνουν και λένε ότι θέλουν να βοηθήσουν τους νέους, μου θυμίζουν όλους αυτούς τους πολιτικούς που μιλάνε για το κοινό όφελος και το μόνο που σκέφτονται είναι η τσέπη τους. Κανείς στο βάθος δε θέλει να βοηθήσει τους νέους, οι περισσότεροι την καρέκλα τους σκέφτονται. Και αυτά τα ιεραποστολικά των καλλιτεχνών που βγαίνουν δεξιά και αριστερά και λένε ότι θέλουν να βοηθήσουν είναι υποκρισία, στην πραγματικότητα θέλουν, σαν βρικόλακες, να πάρουν τρεις μπουκάλες αίμα από τους νέους και να φύγουν. Κι αυτό το λέω για να προσέχουν οι νέοι, διότι η δικιά μας η δουλειά είναι γεμάτη προικοθήρες και βρικόλακες. Αυτός που πραγματικά βοηθούσε και το εννοούσε ήταν ο Κραουνάκης με τη «Σπείρα-Σπείρα». Εγώ θέλω να βοηθήσω, και να βοηθηθώ, από οποιονδήποτε μου στείλει κάτι που μου αρέσει, όπως οι «Palyrria» με τους οποίους εκδώσαμε δίσκο. Δε με ενδιαφέρει αν είναι κάποιος νέος ή παλιός, με ενδιαφέρει να γράφει καλά και να παίζει καλά και να με πείθει με τη στάση του και τα τραγούδια του. Επίσης ένας άνθρωπος που με επηρέασε βαθιά γιατί μου έμαθε να παραμένω ανοιχτός και ζωντανός, ήταν ο Χατζιδάκις. Βοηθούσε τους νέους γιατί βοηθιόνταν από αυτούς. Δεν έπαιξε ποτέ τον μπαμπά στον οποίο πρέπει να έχουν ευγνωμοσύνη, ούτε έλεγε ότι εγώ βοήθησα αυτόν. Το έκανε γιατί πίστευε ότι έτσι θα βοηθήσει τα πράγματα, το κοινό όφελος άρα και τον εαυτό του.

- Στη συνέντευξη του περιοδικού Δίφωνο το 2000, είχατε κάνει αναφορά στην λεγόμενη «παιδοκτόνο γενιά» και πως ποτέ δε σας βοήθησαν οι παλιοί και δεν ενδιαφέρθηκαν για τη δουλειά των νέων τότε συνθετών. 5 χρόνια αργότερα πως βλέπετε τα πράγματα; Έχει αλλάξει τίποτα;

- Ούτε ρούπι. Για να κάνω έναν παραλληλισμό, στην Ελλάδα οι πολιτικοί δε σηκώνονται από την καρέκλα αν δε φύγουν οριζόντια. Το ίδιο γίνεται και με τους δεινοσαύρους της ελληνικής μουσικής. Αισθάνομαι ότι έχει να κάνει με δύο πράγματα, το ένα είναι με την ανάγκη του κράτους να έχει έναν ρόλο πάνω στον πολιτισμό άρα και πάνω στη μουσική, δηλαδή να αποδείξει την ύπαρξή του επιχορηγώντας διάφορες συναυλίες, φεστιβάλ. Διαλέγει αυτούς που εξυπηρετούν καλύτερα τον κρατισμό του, όπως ο Vangelis. Όλο αυτό που είδαμε στο Ζάππειο και τα δις που δοθήκαν είναι ουσιαστικά η φιλαυτία του κράτους στο να στήσει κάτι που δεν αφορά κανέναν εκτός από τον εαυτό του. Θεωρώ ύβρη όλη αυτήν την ιστορία και με ελάχιστο καλλιτεχνικό αντίκρισμα. Γίνεται δυσανάλογη η ενίσχυση και η προβολή διαφόρων προσώπων που είναι παντού και πάντα. Χρησιμοποιούν τα μέσα για να επιβάλλουν πράγματα που είναι σαν τις φούσκες του χρηματιστηρίου. Όμως ίσως είναι και ανοησία μου να μιλάω για την παλαιά γενιά ως παιδοκτόνο γιατί και τον Τσιτσάνη, τον Καλδάρα ποιος τους βοήθησε; κανείς! Κι εμένα η δουλειά μου μόνο είναι σε θέση να με βοηθήσει.

- Είστε ονειροπόλος ή ρεαλιστής; Πώς συγκρούονται αυτά μέσα σας;

- Για να επιζήσω πρέπει να είμαι ρεαλιστής και για να γράψω ονειροπόλος...

- Βγαίνει μια θλίψη από τη μουσική σας, σωστά;

- Μια θλίψη σίγουρα βγαίνει... ένας σκούρος ερωτισμός...

- Σε κριτική της, η Γεωργίας Λαιμού σας είχε χαρακτηρίσει ως έναν τύπο με εξαιρετική άποψη για την εικαστική αισθητική των πραγμάτων.

- Ναι, έχω μεγάλο πάθος με τα εικαστικά, ασχολούμαι από πολύ κοντά με τα εξώφυλλα. Με τον Καρλόπουλο που τα σχεδιάζει για το Cantini σαν μόνιμος συνεργάτης γίνεται μάχη. Ίσως έχει παίξει ρόλο το ότι ο πατέρας μου είναι ζωγράφος. Γενικά δεν αντέχω την κακογουστιά. Και στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη υπάρχουν πολύ άσχημα κομμάτια. Αντί λοιπόν να μιλάμε για το τι θα κάνουμε με τον πολιτισμό γιατί δεν κάθονται οι πατέρες του έθνους να νομοθετήσουν για να εξαλειφθεί αυτή η φρίκη με τις ταμπέλες που βλέπει κανείς παντού;

- Γιατί λοιπόν δεν κάνετε κάτι εσείς γι’ αυτό;

- Με τα πολιτικά; Με απασχολούν πολύ και τα παρακολουθώ πολύ στενά, αλλά ίσως επειδή ανήκω σε μια γενιά που πολιτικοποιήθηκε πάρα πολύ έντονα μετά την μεταπολίτευση και ήμουν τότε στην Αγγλία, δεν το έζησα σε μεγάλο βαθμό από κοντά και στο βαθμό που το έζησα κάγχαζα γιατί έβλεπα πόσο αστεία ήταν όλη αυτή η υπερδιέγερση. Το έβλεπα από τότε ότι αυτό δεν πρόκειται να κρατήσει. Μεγάλωσα με μια ειρωνική στάση απέναντι στα κόμματα και μεγαλώνοντας ανακάλυψα την τεράστια αντίφαση που περιέχουν, από τη μια μεριά φοβούνται το πολιτικό κόστος για να πάρουν αποφάσεις και από την άλλη υποτίθεται ότι εξυπηρετούν το άκρο αντίθετο που είναι το κοινό όφελος. Δε θεωρώ λοιπόν ότι έχω θέση μέσα σε ένα οποιοδήποτε κόμμα διότι κατάλαβα ότι αυτό που πραγματικά τους ενδιαφέρει είναι το ιδιωτικό όφελος. Το κοινό όφελος απαιτεί κάποιες μεταρρυθμίσεις, σίγουρα με πολιτικό κόστος, κάτι που κανένα κόμμα δεν είναι διατεθειμένο να κάνει, ειδικά τώρα που είναι εξαντλημένα.

- Άρα να το πάρουμε και από την μεριά της μουσικής, πιστεύετε ότι ένας άνθρωπος μπορεί να κάνει τη διαφορά;

- Πιστεύω στην αξία των προσώπων, ότι ο Τσιτσάνης και ο Χατζιδάκις για παράδειγμα άλλαξαν πράγματα για την Ελλάδα, αλλά ταυτόχρονα αισθάνομαι ότι οι θεσμοί στη χώρα αυτή είναι τρομερά αποδυναμωμένοι και δεν αφήνουν τα πρόσωπα να επηρεάσουν στο βαθμό που θα έπρεπε. Βέβαια, στην τέχνη η οποία θερμαίνει τη φαντασία, μπορεί να ξεφύγει κάποιος, ιδιαίτερα εάν έχει την ιδιοφυία του Τσιτσάνη για παράδειγμα, και να επηρεάσει τα πράγματα, αν και πιστεύω ότι σήμερα ακόμα και ο Κουν θα είχε μεγαλύτερο πρόβλημα. Είμαστε πισθάγκωνα δεμένοι, είναι πιο περιορισμένη η φαινομενικά ελεύθερη εποχή όπου ζούμε.

- Άρα είστε τελικά ρεαλιστής!

- Είναι σκληρές εποχές, δε θέλω να πολυχάνομαι μες την ονειροπόληση παρά μόνο στο βαθμό που με βοηθάει να γράψω.

- Είχατε πει σε συνέντευξη σας ότι σας ενοχλεί να αισθάνεστε πρωτοπόρος, να γράφετε κάτι για το οποίο τα εύσημα να έρχονται αργότερα.

- Με ταλαιπωρεί, δε με ενοχλεί. Αισθάνομαι ότι μου δημιουργεί πρόβλημα, δεν το επιδιώκω. Θα προτιμούσα να ήμουν πιο εμπορικός και λιγότερο πρωτοπόρος, διότι θα μπορούσα να δοκιμάζω και να παίζω τη μουσική μου, πιο πολύ, που είναι βασικό. Γιατί το τραγούδι είναι μια λαϊκή τέχνη, μια τέχνη ακαριαία, πρέπει να καταναλωθεί σαν το ζεστό ψωμί. Δε με ενδιαφέρει, λοιπόν, η πρωτοπορία... Αν υπάρχει, καλώς την, με ευχαριστεί στιγμιαία γιατί αισθάνομαι ότι έχω κάνει κάτι που δεν το έχω ακούσει κάπου αλλού. Αλλά ως εκεί.

- Πριν κάνατε μια αναφορά στο περιβάλλον σας, θα ήθελα να μου πείτε τι πιστεύετε ότι παίζει περισσότερο ρόλο για έναν μουσικό, καλλιτέχνη... το ταλέντο; Οι σπουδές; Το περιβάλλον; Οι επιρροές, οι επιλογές;

- Όλα! Το σπίτι μου σίγουρα έπαιξε το ρόλο του, όπως επίσης με επηρέασε η εποχή που έζησα στην Αγγλία, από τα 18 μέχρι τα 22 μου...

- Η Αγγλία ή το Παρίσι περισσότερο;

- Η Αγγλία. Στο Παρίσι πήγα για μεταπτυχιακό και είδα ότι η Αγγλία, τελικά, ήταν πολύ πιο ζωντανή σαν κοινωνία, σαν καλλιτεχνία, σαν δομή σπουδών, ενώ το Παρίσι και η Ecole Normale και το Conservatoire μου θύμιζε πολύ τα ωδεία στην Ελλάδα, ήταν πολύ ακαδημαϊκό το πράγμα και κατέληξα ότι το Παρίσι εκείνης της εποχής ήταν μια πόλη που ζούσε στον απόηχο της παρελθούσης δόξας του.

- Το να ζείτε με κάποιον που κάνει το ίδιο επάγγελμά με σας, πως επιδρά στη πορεία, στην εξέλιξη σας, υπάρχει ανταλλαγή ιδεών, απόψεων...;

- Αν με ρώταγες πριν από τρία χρόνια θα σου έλεγα πως ναι παίζει μεγάλο ρόλο. Τον τελευταίο καιρό αισθάνομαι πως οι αποστάσεις μεγαλώνουν μεταξύ μας, βρίσκω περισσότερο διαφορές και λιγότερο ομοιότητες. Επίσης καλλιτεχνικά ακούμε λιγότερο ο ένας τον άλλον. Ίσως και εγώ και η Ευανθία, έχουμε βρει έναν δρόμο που προσπαθούμε που τονίσουμε περισσότερο τις διαφορές παρά τις ομοιότητές μας, ίσως για να ξεκαθαρίσουν και τα χαρακτηριστικά των μουσικών προσώπων μας. Όποτε η πορεία πλέον είναι πιο ανεξάρτητη από ότι ήταν πριν καιρό.

- Δέχεστε εύκολα κριτική;

- Ναι, και την προκαλώ κιόλας. Έχω βέβαια ορισμένες φορές μια καχυποψία, ακόμα και στην κριτική που κάνει η Ευανθία. Δηλαδή εάν μου υπογραμμίσει μια αδυναμία που την υποψιάζομαι, θα την δεχτώ 100% αλλά αν το δω μπορεί και να κατεδαφίσω κάτι και να αρχίσω από την αρχή.

- Τι ταυτότητα θέλετε να έχει το κοινό σας;

- Αυτό είναι ένα σημείο στο οποίο διαφωνώ με τον Χατζιδάκι, ο οποίος είχε πει ότι «αν μπορούσα θα καθόμουν στην πόρτα και θα διάλεγα ποιος θα έμπαινε». Το οποίο καταλαβαίνω βέβαια, αλλά αισθάνομαι ότι όπως εγώ έτσι και η μουσική μου υπήρξε δούρειος ίππος. Το «Με τα μάτια κλειστά» υπήρξε για παράδειγμα δούρειος ίππος σε έναν κόσμο με γούστο και χωρίς γούστο, διότι αρέσει. Η τέχνη και μάλιστα το τραγούδι είναι για όλο τον κόσμο, δίκαιους και άδικους, ωραίους και άσχημους, καλούς και κακούς. Ειδικά εάν βλέπω φάτσες που δε θα επέλεγα, ενθουσιάζομαι ακόμα περισσότερο.

- Υπάρχουν δημιουργικές παρέες σήμερα;

- Πιστεύω ότι αυτό που κάνουμε από τον καιρό των Γραμμών και τώρα του Ζυγού με την Ευανθία, την Έλλη, τη Γιώτα, τον Λουδοβίκο τώρα είμαστε μια παρέα, που είναι δημιουργική, κάνει ένα χαρμάνι. Αλλά το μοντέλο Γκάτσου με τον Χατζιδάκι δεν υπάρχει σήμερα σε αυτή την ένταση και δημιουργικότητα.

- Ποια είναι η ιστορία του τραγουδιού «Με τα μάτια κλειστά»;

- Όσον αφορά τη μελωδία, μου είχαν ζητήσει για ένα επεισόδιο του «Εσύ Αποφασίζεις» στις έξι το απόγευμα ένα θέμα μουσικό για την άλλη μέρα. Θυμήθηκα ότι έχω κάνει ένα βαλσάκι βαλκανικό για την ταινία «Γάμος στο περιθώριο» και τηλεφώνησα στο σκηνοθέτη να τον ρωτήσω εάν μπορούσα να το ξαναχρησιμοποιήσω και άκουσα ένα ξερό, όχι. Με τρομερή τσατίλα λοιπόν βάζω ένα ηχάκι σαν ψευτοακορντεόν και αρχίζω να πατάω κάτι ακόρντα και το τέλειωσα σε μια ώρα. Πράγματι άρεσε, το χρησιμοποιήσανε, όμως ήταν από τα κομμάτια που δε θέλανε να με εγκαταλείψουνε και αποφάσισα να το κάνω τραγούδι. Περάσανε δυο-τρία χρόνια, πρέπει να ήταν γύρω στο 1998, όποτε φεύγει η Ευανθία στις Ινδίες και αποφάσισα να ασχοληθώ με τους στίχους και να το κάνω τραγούδι. Κάθισα στο υπόγειο, κάπου είχα την Ευανθία στο μυαλό μου, κάπου δανείστηκα κάποια ιδέα από ένα ποίημα του Brian Patten το τέλειωσα. Γυρνάει η Ευανθία από τις Ινδίες και εκείνο το βράδυ έχουμε φίλους στο σπίτι είμαι στο υπόγειο και προσπαθώ να τελειώσω το δοκιμαστικό, πρέπει να ανεβώ, καταλάβαινα όμως ότι το αίσθημα που είχα την ώρα εκείνη ήταν σωστό, και τους έστησα για καμιά ώρα. Και έτσι τελείωσε το κομμάτι.

- Τα επόμενα σχέδιά σας;

- Nα κάνουμε μια πιο πλήρη δουλειά με τη Γιώτα (σ.σ. Νέγκα), να τελειώσω έναν ορχηστικό δίσκο με το Summertime in Prague που θέλει κάποιες λίγες ώρες ακόμα και να τελειώσω ένα live DVD από το Ζυγό.

- Μια συμβουλή για τους μελλοντικούς μουσικούς, συνθέτες;

- Να ξεχάσουνε όλα αυτά τα βαρύγδουπα για πολιτισμούς και τέχνη και να δούνε τη σύνθεση ως μία μαστορική, όπως ένας αγιογράφος που ανακάτευε τον κρόκο του αυγού με το ξύδι και το χώμα για να φτιάξει τα χρώματα του και να δουλεύουνε πάρα πολύ, να γράφουνε και να σβήνουνε, να εξασκούνε την ικανότητα, τι μένει και τι πετιέται από το κάδρο. Να το δούνε με τη ματιά που πάντα το βλέπανε οι Μεσόγειοι και ιδιαίτερα οι Έλληνες την «τέχνη του μελωδισμού».


Βλέπε και: www.cantini.gr, το website της εταιρίας που ίδρυσε ο Π. Καλαντζόπουλος.

Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη