Η βολιβιανή μουσική (Salinas)

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση


Από τον Salinas


Το ενδιαφέρον της Βολιβιανής μουσικής έγκειται στο γεγονός ότι αυτή διέσχισε πολλές περιόδους εξέλιξης: την προϊστορική περίοδο, που ξεκινά περίπου το 20. 000 και φτάνει μέχρι το 300 π. Χ., την περίοδο των ανδικών πολιτισμών, που από το 300 π. Χ. φτάνει ως το 1532 μ. Χ., την αναγέννηση (1532 – 1630 μ. Χ.), το αμερικανικό μπαρόκ (1630-1780 μ. Χ.), το νεοκλασσικισμό (1780-1825 μ. Χ.), τον εθνικιστικό ρομαντισμό (1825-1960) και τη σύγχρονη μουσική, όπως αυτή διαμορφώνεται στις μέρες μας.


Πίνακας περιεχομένων

Η προκολομβιανή μουσική

Την εποχή της αυτοκρατορίας Tiahuanacota (στις μέρες μας η εθνότητα aymara) και της αυτοκρατορίας των Ίνκας (σήμερα Quechua), επικρατούσε το πενταφωνικό σύστημα, έστω κι αν σε ορισμένες περιοχές εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούνται πιο αρχέγονα τονικά συστήματα με δύο, τρεις ή και επτά νότες. Αυτό που προκαλεί τη μεγαλύτερη έκπληξη είναι ότι η μουσική των Άνδεων δεν περιελάμβανε την αρμονία. Η μουσική των αυτοκρατοριών των Άνδεων δε χρησιμοποιούσαν μουσικές νότες: ο κύριος μελωδικός χαρακτήρας στηριζόταν αποκλειστικά σε μία φωνή, η οποία επαναλαμβανόταν, μερικές φορές, μια οκτάβα ψηλότερα. Αυτό εξηγεί και το χαρακτήρα των ανδικών μουσικών οργάνων: εντύπωση προκαλεί όχι μόνο η πληθώρα κρουστών που επιβιώνουν, ως επί το πλείστον, από την προκολομβιανή εποχή, αλλά και η τάση να χρησιμοποιούνται ακόμα και τα έγχορδα που εισήχθησαν με τους Ισπανούς κατακτητές, ουσιαστικά ως κρουστά: με δυνατά, απότομα και νευρικά χτυπήματα στις χορδές και με ευρεία χρήση των ηχείων ως κρουστών.

Κάθε περίσταση της ζωής είχε τη μουσική της φόρμα. Πράγματι, οι ανθρωπολογικές μελέτες ανέδειξαν 27 είδη τραγουδιών: χορευτικά, τραγούδια για την αγάπη, για τους νεκρούς και άλλα. Τα πιο ποικιλόμορφα ήταν τα χορευτικά τραγούδια. Μέχρι στιγμής έχουν επισημανθεί 79 προκολομβιανοί χοροί, μεταξύ των οποίων οι θρησκευτικοί χοροί των μιγάδων, οι τοτεμικοί χοροί, οι ιστορικοί και κυρίως οι λαϊκοί. Μερικοί από αυτούς τους χορούς, όπως η cueca, (κατά την οποία ο χορευτής με τα χέρια ανοιχτά, φορώντας το poncho μιμείται το πέταγμα του κόνδορα), η tonada, η Zamba (Διαβάζεται «σάμπα», αλλά δεν έχει καμία σχέση με το βραζιλιάνικο ομόηχο ρυθμό) επιβιώνουν ακόμα και σήμερα σε λαϊκά πανηγύρια, παρά τις αλλαγές που υπέστησαν από τις πολιτιστικές προσμείξεις των τελευταίων 500 χρόνων.


Η αποικιοκρατική μουσική

Αυτή είναι η χρυσή εποχή της αμερικανικής μουσικής, πλούσια σε μουσικές εκφράσεις: θρησκευτικές λειτουργίες, ορατόρια, χριστουγεννιάτικα άσματα, χορικά, requiem, μουσικές για όργανο, λαϊκές μουσικές, κονσέρτα και διάσημοι χοροί, σαν αυτούς που ακόμα χορεύονται στα καρναβάλια ολόκληρης της Βολιβίας: η Morenada, η diablada, οι sayas και άλλοι, γεννήθηκαν αυτή την περίοδο. Το 1568 ιδρύθηκε η πρώτη Μουσική Ακαδημία και μερικά χρόνια αργότερα παρουσιάστηκε η σύνθεση μιας λειτουργίας σε γλώσσα quechua, που συνδύαζε το τονικό σύστημα του μπαροκ με το πεντατονικό των Άνδεων.


Η μουσική των κρεολών

Ο εθνικιστικός ρομαντισμός είναι η επικρατούσα τάση στη λόγια μουσική της Βολιβίας από το 1825, που διακηρύχθηκε η ανεξαρτησία της χώρας. Και πράγματι, κατά την περίοδο των αγόνων για την ανεξαρτησία οι συνθέτες άρχισαν να ψάχνουν τους αυτόχθονες ήχους.


Η σημερινή λαϊκή μουσική

Η λαϊκή μουσική της Βολιβίας είναι μια ζωντανή παράδοση, σε συνεχή δημιουργικότητα. Τα πανηγύρια που ακόμα και σήμερα βλέπουμε στους δρόμους αποτελούν μέρος αυτής της μουσικής εξέλιξης: στο καρναβάλι του Oruro επιβιώνουν ακόμα οι διαφορετικές μορφές της ισπανο-ανδικής μουσικής και των χορών. Κατά τη διάσημη diablada (χορός με πολύχρωμες μάσκες και κοστούμια), μπορεί κανείς ν’αναγνωρίσει ένα μεσαιωνικό θρησκευτικό έργο και στους sikuris (sikus λέγονται οι αυλοί του πανός) της Italalaque μια προκολομβιανή στρατιωτική μπάντα.

Στις μέρες μας, νέοι συνθέτες, βοηθούμενοι και από τους ηλεκτρονικούς ήχους, χρησιμοποιούν αυτό τον πλούτο των λαϊκών παραδόσεων με τους πιο ανορθόδοξους τρόπους, φτάνοντας σε ενδιαφέροντα αποτελέσματα.



Το Charango
Patricia Cives (Μετάφραση / διορθώσεις / σχόλια: Ευάγγελος Καραγιάννης)


Το charango είναι ένα έγχορδο όργανο ευρέως διαδεδομένο σε όλη την περιοχή των Άνδεων και κατά ιδιαίτερο τρόπο στη Βολιβία, το Περού, τη βόρεια Χιλή και τη βόρεια Αργεντινή.

Πρόγονός του είναι η αρχαία 'vihuela de mano', ένα έγχορδο που εισήχθη στη Λατινική Αμερική κατά την ισπανική αποίκιση το δέκατο έκτο αιώνα και, εκείνη την εποχή, γνώρισε τρεις κύριους τύπους, ανάλογα με το μέγεθός του: μικρό, μέτριο ή μεγάλο. Η διάδοση της vihuela συνδέεται με την ακμή της βολιβιανής πόλης Potosi κοντά στην οποία ανακαλύφθηκε ένα κοίτασμα αργύρου τόσο μεγάλο, ώστε λεγόταν πως αρκούσε για να κατασκευαστεί μια γέφυρα από την Potosi ως την Ισπανία. Σε σύντομο χρόνο η πόλη έγινε μια γνωστή και πλούσια μητρόπολη με 160. 000 κατοίκους, που προσέλκυε ξένους τυχοδιώκτες, μεταξύ των οποίων καλλιτέχνες και μουσικούς, που τις νύχτες των γιορτών έπαιζαν στους δρόμους, στα πανηγύρια και στα θέατρα, προσκαλώντας τον κόσμο να τραγουδήσει και να χορέψει στους ήχους των κιθάρων και των vihuelas.

Ιδίως αυτό το τελευταίο όργανο εντυπωσίασε τους βολιβιανούς χωρικούς, που με αυτό σαν πρότυπο έφτιαξαν το charango. Αρχικά το όργανο φτιαχνόταν χρησιμοποιώντας σαν ηχείο το κέλυφος του armadillo, ενός ζώου που εκείνη την εποχή ήταν πολύ διαδεδομένο στην περιοχή των Άνδεων. Σήμερα το armadillo βρίσκεται υπό εξαφάνιση και γι αυτό το λόγο τα ηχεία κατασκευάζονται πλέον σκαφτά σε ξύλο. (Σύμφωνα μάλιστα με κάποιους χιλιανούς μουσικούς, το ξύλινο ηχείο είναι σαφώς καλύτερο από το armadillo, αφού το τελευταίο είναι πολύ ευαίσθητο σε αλλαγές θερμοκρασίας, ατμοσφαιρικής πίεσης και υγρασίας. Έτσι τα περισσότερα όργανα από armadillo που κατασκευάστηκαν στις Άνδεις, στα ευρωπαϊκά κλίματα δεν παίζουν σχεδόν καθόλου, ενώ τα ξύλινα είναι πιο ανθεκτικά! ) Ο charanguista campesino (χωρικός) δένεται με το όργανό του όπως και με τη γη του με μια σχέση στοργής, όπως φαίνεται κι από το τραγούδι ενός από τους πιο διάσημους βολιβιανούς charanguistas, του Ernesto Cavour.

"Despertar Cierta vez un Quirquincho
Por anhelante espera
Se quedò bien dormido
La culpa fuè de su imilla.

Grande fuè su sorpresa
Al despertarse llorando
En la caja de un Charango
Con la barriga vacìa.

Por eso a este walaycho,
Queriendolo consolar,
Bombos quenas y guitarras
No lo pueden hacer callar. "

Μεταφ.: "Ξύπνησε μια φορά ένα armadillo /κι ενώ περίμενε την αγαπημένη του /ξανακοιμήθηκε βαθιά. Μεγάλη η έκπληξή του /όταν ξύπνησε κλαίγοντας / στο ηχείο του charango / με άδεια την κοιλιά. Και γι αυτό /θέλοντας να παρηγορήσουν αυτό το μόρτη /τα bombos και οι quenas και οι κιθάρες /δε μπορούν να το κάνουν να σωπάσει. (αναφέρεται στον ιδιαίτερα χαρακτηριστικό, διαπεραστικό και δυνατό ήχο του charango"

Όσο για την ονομασία, αυτή θα μπορούσε να προέρχεται ή από τη λέξη charanga, που χρησιμοποιούταν κατά την αποικιοκρατία και σήμαινε «μουσική μεταλλικών οργάνων» ή από το charanguero, που σημαίνει «ατελής», «χονδροειδής». Η σύγκριση με μεταλλικά όργανα δεν πρέπει να εκπλήσσει, δεδομένου της οξείας χροιάς του ήχου του charango. Όσο για την προέλευση του «χονδροειδές», μπορεί να αναφέρεται στη λαϊκή προέλευση του οργάνου.

Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη