Διαβάσαμε: Τα Μικρά Ρεμπέτικα

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση


Βιβλία περί μουσικής που διαβάσαμε...


Τίτλος βιβλίου: Τα Μικρά Ρεμπέτικα
Συγγραφέας: Ηλίας Πετρόπουλος
Εκδόσεις: Νεφέλη

Πρόκειται για μια μικρή ανθολογία 220 ρεμπέτικων τραγουδιών. Η ανθόλογηση και η εισαγωγή έχουν γίνει από τον Ηλία Πετρόπουλο. Τα σχέδια του βιβλίου είναι από το χέρι του Αλέκου Φασιανού.

Ο Πετρόπουλος στην εισαγωγή προσπαθεί να δώσει μία συνοπτική θεώρηση του ρεμπέτικου τραγουδιού. Να μιλήσει με λίγα λόγια για το ποιόν των ρεμπέτηδων αλλά και για το νόημα των ρεμπέτικων τραγουδιών.

Όσον αφορά στους πρώτους δίνει μια πολύ ζωντανή περιγραφή του ποιος θεωρούνταν κάποτε ρεμπέτης. Ο ρεμπέτης λέγονταν και μάγκας κι ήταν ο άνθρωπος που ζούσε έξω από τις αποδεκτές κοινωνικές φόρμες π. χ δεν παντρεύοταν, μισούσε θανάσιμα τα όργανα της εξουσίας, περιφρονούσε τη δουλειά, δεν κράταγε ομπρέλα, κάπνιζε χασίς, βοηθούσε τους πιο αδύνατους κ. α.

Οι ρεμπέτες πρωτοπαρουσιάστηκαν στα μέσα του 19ου αιώνα, λίγο μετά την επανάσταση του 21. Η αύξηση του πληθυσμού στην πρωτεύουσα και το αδυνάτισμα του αγροτικού πληθυσμού στις επαρχίες σήμανε αυτόματα και την ενδυνάμωση του υποκόσμου.

Ο υπόκοσμος είχε ένα δικό του τρόπο ζωής αλλά και συγκεκριμένες γειτονιές στις οποίες σύχναζε.

Οι μάγκες ντύνονταν με συγκεκριμένο στυλ, προχωρούσαν με συγκεκριμένο βάδισμα και εμπιστευόταν ανθρώπους μόνο του δικού τους συναφιού.

Οι αστοί κι οι μικροαστοί απομόνωσαν τους μάγκες με ηθικολογικά τείχη. Οι μάγκες κυνηγούνταν ανηλεώς από την αστυνομία και μέχρι κι η Αριστερά απεδείχθη πολέμιος του ρεμπέτικου τραγουδιού.

Οι ρεμπέτες μιλούσαν τη δική τους αργκό*, πλούσια σε εκφράσεις. Τα ρεμπέτικα τραγούδια έχουν στίχους με λέξεις παρμένες από την κοινή λαϊκή γλώσσα και την αργκό.

Κάθε ρεμπέτικο τραγούδι είναι ωστόσο μια ενότητα μουσικής, ποιήσεως, χορού και συνάμα φορέας διαφόρων πληροφοριών για την εποχή κατά την οποία γράφτηκε (κοινωνιολογικές, λαογραφικές κ. τ. λ.)

Ο Πετρόπουλος φυσικά δεν ξεχνά να επισημάνει και το πρόβλημα της καταγραφής των ρεμπέτικων τραγουδιών. Τονίζει πως πρέπει να προϋπάρξει μια καταγραφή σε ευρωπαϊκή κι ίσως βυζαντινή σημειολογία ρεμπέτικων τραγουδιών.

Από πλευράς θεματολογίας, ναι μεν δέχεται ότι τα ρεμπέτικα τραγούδια διαιρούνται σε κατηγορίες αναλόγως του θέματός τους, αλλά από την άλλη παραδέχεται ότι μια τέτοια ταξινόμηση είναι αυθαίρετη και γίνεται μόνο για λόγους διευκόλυνσης της επιστημονικής έρευνας.

Κάτι άλλο που τραβάει ιδιαιτέρως την προσοχή του αναγνώστη στην ενδιαφέρουσα εισαγωγή του Πετρόπουλου είναι η περιγραφή των χορών που συνδέονται με το ρεμπέτικο κι η αναφορά στις κοινωνικές τους προεκτάσεις. Πρόκειται για το ζεϊμπέκικο και το χασάπικο.

Αν σηκωθεί κάποιος να χορέψει ζεϊμπέκικο και παράλληλα σηκωθεί και κάποιος άλλος αυτό θεωρείται από τους ρεμπέτες βαρύτατη προσβολή που σηκώνει μέχρι και μαχαίρωμα. Οι μόνες γυναίκες που χορεύανε αυτόν τον χορό ήταν οι πόρνες. Αντιθέτως ο χασάπικος χορεύεται και από γυναίκες και μπορούν να τον χορέψουν παράλληλα δυο, τρία άτομα.

Οι μήτρες του ρεμπέτικου τραγουδιού, σύμφωνα με τον Πετρόπουλο ήταν οι φυλακές κι οι τεκέδες. Εκεί οι ρεμπέτες συνέθεταν τα τραγούδια τους με κοινή συνεργασία. Σαν πρώτη ύλη των πρωταρχικών ρεμπέτικων χρησίμευσαν τα δημοτικά τραγούδια καθώς και τα τραγούδια της Σμύρνης και της Κωνσταντινούπολης.

Στο τελευταίο μέρος της εισαγωγής του ο Πετρόπουλος ασχολείται με την επιτυχία που γνώρισαν μετά τη δεκαετία του 30 τα ρεμπέτικα και κυρίως με την αλλοίωση που υπέστησαν μέσω αυτής της επιτυχίας. Ειδικά μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο οι παλιοί συνθέτες και στιχουργοί αρχίζουν σιγά σιγά να χάνονται στο σκοτάδι, ενώ αντιθέτως θεοποιούνται οι τραγουδιστές.

Ο συγγραφέας δηκτικός και καυστικός όπως πάντα δεν ξεχνά να κατακεραυνώσει τους ακαδημαϊκούς που δεν έχουν ακόμη ασχοληθεί σοβαρά με την έρευνα του ρεμπέτικου, αφήνοντας αυτή τη δουλειά στους συνήθως αμόρφωτους δημοσιογράφους, όπως λέει. Τους κατηγορεί για δειλία κι έλλειψη ενόρασης και στο τέλος της εισαγωγής του προτείνει να ιδρυθεί ένα ινστιτούτο ρεμπέτικων τραγουδιών που θα συλλέξει, θα ταξινομήσει και θα αποτιμήσει αυτά τα τραγούδια. **


Σημειώσεις:

  • Αργκό είναι η λεγόμενη "μάγκικη" γλώσσα. Ο Πετρόπουλος στην εισαγωγή του την ονομάζει slang.
    • Η εισαγωγή του Ηλία Πετρόπουλου γράφτηκε το έτος 1974 κι έχει δημοσιευτεί ως εισαγωγή και στον τόμο Rebetika Songs from the old Greek Underworld (Athens/Greece, 1975).


Tο παραπάνω άρθρο αποτελεί μία περίληψη της εισαγωγής του Ηλία Πετρόπουλου (20 σελίδες περίπου).
Επίσης πρέπει να δώσουμε προσοχή και στο ρεμπέτικο το οποίο ο Πετρόπουλος προτιμά για να "ανοίξει" την ανθολογία του, διαλεγμένο προσεκτικά, με διττή σημασία και σεξουαλικά υπονοούμενα, τονίζοντας έτσι την πονηριά και την εξυπνάδα που είχαν τα περισσότερα από αυτά τα τραγούδια. Πρόκειται για ένα παλιό μουρμούρικο που ονομάζεται "Φαντάρε μου... "

Φαντάρε μου, φαντάρε μου,
Πάρε με στη στρατώνα,
να σου γυαλίζω τα κουμπιά
και τη χρυσή κορώνα.


Αυγή Νέζη

Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη