Διαβάσαμε: Όλα είναι ένα ψέμα

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση


Βιβλία περί μουσικής που διαβάσαμε...

Τίτλος βιβλίου: Όλα είναι ένα ψέμα
Συγγραφέας: Λευτέρης Παπαδόπουλος
Εκδόσεις: Καστανιώτη


Αρχείο:Http://www.otenet.gr/images/fun/Papadopoulos.jpg

Ένα βιβλίο που ρέει σαν γάργαρο νερό. Χείμαρρος ο Λ. Παπαδόπουλος, σκιαγραφεί μέσα από το βιβλίο του άλλον έναν χείμαρρο, τη στιχουργό Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου και το αποτέλεσμα που προκύπτει από τη συνάντηση δύο χειμάρρων δεν μπορεί παρά να είναι ικανό να παρασύρει και το πιο δύσκολο αναγνώστη.

Αυτό που ξεχώρισα στο βιβλίο πέρα από τον κλασικά ασυγκράτητο-και για αυτό όμορφο κι αληθινό- λόγο του Λ. Παπαδόπουλου είναι ο τρόπος με τον οποίο προσπαθεί να πλησιάσει την προσωπικότητα της Παπαγιαννοπούλου. Κυρίως η αγάπη με την οποία προσεγγίζει και φωτίζει τα ελαττώματά της ως άνθρωπο.

Λένε πως όταν αγαπάς κάποιον αγαπάς και τα ελαττώματά του και με τη λέξη "αγαπάς" δεν εννοούμε "ανέχεσαι" αλλά δέχεσαι και μέσα από αυτήν την δεκτικότητα πηγάζει και η μεταμόρφωση των ελαττωμάτων του άλλου σε καλά στοιχεία, σε στοιχεία που σε κάνουν να τον αγαπάς ακόμη περισσότερο. Φυσικά και κάτι τέτοιο δεν είναι απλά δύσκολο αλλά σχεδόν ακατόρθωτο. Σχεδόν...

Ο Λ. Παπαδόπουλος φαίνεται όμως ότι αγάπησε και αγαπάει πολύ την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, χωρίς αυτή η αγάπη να είναι ερωτική, αλλά και χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να ξεχνάμε πως κάθε αγάπη μέσα της εμπεριέχει το ερωτικό στοιχείο.

Αγάπησε όχι μόνον τον τρυφερό αλλά και δυνατό της λόγο, αγάπησε όχι μόνο την ενέργειά της και την δίψα της για ζωή, την απλοχεριά της και την ικανότητά της να φέρεται σαν άντρας στα δύσκολα αλλά αγάπησε και όλα τα -για άλλους-κακά της στοιχεία. Και είναι φοβερό πως αυτά τα κακά στοιχεία μετουσιώνονται, μέσα από την όλο αγάπη ματιά του Λ. Παπαδόπουλου, σε στοιχεία που έπρεπε να φέρει η Παπαγιαννοπούλου για να είναι αυτή που ήταν.

Αθυρόστομη, ψεύτρα, παμπόνηρη, καπάτσα, παθιασμένη στους έρωτές της και παρορμητική μέχρι εκεί που δεν παίρνει, εκ πρώτης όψεως συνιστά έναν χαρακτήρα που δεν μπορεί να περιγραφεί και με τα καλύτερα των χρωμάτων. Πολύ όμορφη γυναίκα με πολύ ισχυρή προσωπικότητα κι ιδιαίτερα ευφυής ήταν πολύ ερωτεύσιμη και προκαλούσε στους άλλους δυνατά συναισθήματα, όπως δυνατά ήταν και τα δικά της.

Όμως όχι απλώς της συγχωρούνται όλα, αλλά ακόμη και αν δεν είχε τα παραπάνω στοιχεία θα επιβάλλετο να τα έχει, γιατί μέσα από αυτά βγήκαν οι στίχοι της, αυτοί οι τρομεροί στίχοι της.

Και πως αλλιώς θα δημιουργούσε τόσο ωραίους στίχους, αν δεν είχε η ίδια φροντίσει να τραβήξει τη ζωή από τα μαλλιά, αν δεν είχε φροντίσει να τη βάλει κάτω και να της ρουφήξει το μεδούλι; Ποιος μπορεί να δημιουργήσει πραγματικά αν δεν ζήσει, αν δεν πονέσει, αν δεν κάνει άλλους να πονέσουν; Τι είναι ένας ωραίος στίχος; Όμορφες λεξούλες βαλμένες στη σωστή σειρά ή υψηλά νοήματα και περιγραφές γεμάτες άχρηστες λεπτομέρειες, ή μήπως είναι εκείνος που στο άκουσμά του αγγίζει την καρδιά και την ταρακουνά γιατί έχει αγγιχτεί κι ο ίδιος από τον γεμάτο κόσμο του δημιουργού του;

Ο Λ. Παπαδόπουλος ενώ αναφέρεται συχνά στη μεγάλη στιχουργική αξία των τραγουδιών που είχε συνεισφέρει ως στιχουργός η Παπαγιαννοπούλου, επιμένει κυρίως-άθελά του ίσως, μα μπορεί κι ηθελημένα-στο να αναφέρεται πιο συχνά στο τι σίφουνας και τι θύελλα υπήρξε αυτή η γυναίκα.

Η ματιά του είναι ματιά λατρείας και σεβασμού για τη γυναίκα εκείνη που του έμαθε πολλά για τη στιχουργική και για το χώρο στον οποίο κινούνταν οι μουσικοί κι οι στιχουργοί, χώρο που δυστυχώς δεν ήταν και αγγελικά πλασμένος.

Αμέτρητες φορές που μουσικοί (και μιλάμε για τρανταχτά ονόματα) εκμεταλλεύτηκαν την Παπαγιαννοπούλου, παίρνοντας στίχους της και παρουσιαζοντάς τους ως δικούς τους, αμέτρητες κι οι φατρίες, οι συμμαχίες κι οι έχθρες σε έναν κατεξοχήν χώρο της τέχνης, όπως η μουσική, που σε καταπόντιζαν τότε με το παραμικρό.

Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου έγραψε πάρα πολλούς στίχους και ο Παπαδόπουλος αναφέρει ότι προς το τέλος της ζωής της ο στίχος της έχει αρχίσει και διαφέρει χάνοντας λίγο από την μέχρι πρότινος ζωντάνια και φρεσκάδα του.

Το αποδίδει αυτό στο γεγονός ότι η Παπαγιαννοπούλου υπέφερε οικονομικά και προσπαθούσε να υπερπαράγει στίχους για να καλύψει τις οικονομικές της ανάγκες που ήταν δυσβάστακτες, καθώς σε μεγάλη πλέον ηλικία και αφού είχε χάσει κι ένα παιδί, απέκτησε το πάθος της χαρτοπαιξίας. Έπαιζε συνέχεια χαρτιά για να ξεχνάει τον πόνο της απώλειας του παιδιού της και αυτό το συνεχές χαρτοπαίχνιο την έκανε να πουλάει τους στίχους της για ένα κομμάτι ψωμί, στην κυριολεξία, πολλές φορές.

Αν και δεν υπήρξε υπόδειγμα μάνας καθώς αρκετές φορές στην κυριολεξία άγονταν και φέρονταν από τα πάθη της, παρολαυτά η αγάπη για τα παιδιά της υπήρχε βαθιά μέσα της και λυσσαλέα όπως αποδεικνυόταν. Απλώς κι η ίδια υπήρξε πάντοτε ένα μεγάλο παιδί.

Προς το τελευταίο μέρος του βιβλίου ο Παπαδόπουλος παραθέτει λόγια άλλων δημιουργών και τραγουδιστών αλλά και του εγγονού της. Όλα συγκλίνουν στο ίδιο πόρισμα: γυναίκα με φοβερό τάλαντο που δεν ταλανίζονταν όμως από τα πάθη της αλλά τα ταλάνιζε η ίδια. Έβγαινε παντού από πάνω. Τίποτα δεν την έπιανε και τίποτα δεν την έριχνε κάτω, παρά μόνο εάν ήθελε η ίδια να πέσει για λόγους δικούς της που μόνο η ψυχή της γνώριζε.

Ο Παπαδόπουλος παρατηρεί και κάτι πολύ σημαντικό για τη στιχουργική πορεία της Ευτυχίας. Το γεγονός ότι πολλοί συνθέτες της κράταγαν, όπως λέει, τα γκέμια για να μην ξεφύγει το λεξιλογιό της πέρα από τα πεπατημένα, καθώς φοβούντουσαν τις εκφράσεις και τις λέξεις που δεν ήταν οικείες και απαιτούσαν γλώσσα καθημερινή. Για αυτό και πολλές φορές της ζητούσαν να αλλάξει στίχους ή τους άλλαζαν εκείνοι!

Και η Ευτυχία υπάκουε τις περισσότερες φορές γιατί πουλούσε τους στίχους της, δεν ήθελε πνευματικά δικαιώματα ακόμη κι όταν ήταν επιβεβλημένο κάτι τέτοιο. Δίνοντας τους στίχους έπαιρνε ζεστό χρήμα στα χέρια της και με το χρήμα δεν είχε καθόλου καλή σχέση αφού ότι έπαιρνε το ξόδευε μέσα σε λίγες ώρες.

Αν είχε αφεθεί πιο ελεύθερη στον στίχο της, όπως στα ποιήματά της - που έγραψε πριν καταπιαστεί με το τραγούδι - τότε το λεξιλόγιό της θα ήταν ακόμη πιο δυνατό, ακόμη πιο πλούσιο, πιο αντρικό. Γιατί η Παπαγιαννοπούλου δε φοβόταν την πένα και τη γλώσσα της. Αθυρόστομη στην κανονική της ζωή, δυναμίτης στα γραπτά της δε σταματούσε πουθενά-πριν τη σταματήσουν.

Η ίδια είχε αδυναμία στα δημοτικά τραγούδια και γενικά στη δημοτική παράδοση, στον Καββαδία αλλά και στον Κρυστάλλη και στον Βάρναλη. Είχε διαβάσει πολύ ποίηση και αγαπούσε το διάβασμα και τη λογοτεχνία, για αυτό κι ο δικός της λόγος ήταν τόσο μεστός. Εξάλλου μην ξεχνάμε ότι είχε έρθει με πτυχίο δασκάλας από τη Μικρά Ασία ως πρόσφυγας, πτυχίο που δε χρησιμοποίησε ποτέ καθώς αρχικά στράφηκε στο θέατρο (μεγάλο σκάνδαλο είχε κάνει τότε) κι έπειτα στη στιχουργική.

Χωρίς να αναφέρω, διάφορα περιστατικά που περιγράφονται μέσα στο βιβλίο, εν κατακλείδι θα πω ότι ο Λ. Παπαδόπουλος είδε την πραγματική ψυχή αυτής της γυναίκας. Μιας γυναίκας που υπήρξε αρσενικό και θηλυκό μαζί. Άντρας στη γλώσσα της, στους έρωτές της και στη γενναιοδωρία της, αλλά τρυφερή γυναίκα συνάμα στα θηλυκά κόλπα της που τα χρησιμοποιούσε αφειδώς, όπου τη βόλευε, για να γίνει το δικό της.

Πεισματάρα και ξερό κεφάλι, ανοιχτή καρδιά, ψεύτρα και κολπατζού, μαγκίτισσα, ορμητική με γλώσσα που τσάκιζε τα πάντα και δε σταμάταγε πουθενά, πανέξυπνη. Έτσι τη γνώρισε ο Λευτέρης Παπαδόπουλος μέσα από τις συναντήσεις του μαζί της, έτσι μας την παρουσιάζει μέσα από το πολύ τρυφερό για εκείνην βιβλίο του. Δεν παραβλέπει τα ελαττώματά της αλλά αντιθέτως πατάει επάνω τους για να αναδείξει το μοναδικό χαρακτήρα της Ευτυχίας που έπρεπε να είναι έτσι μοναδικός για να δώσει αυτούς τους μοναδικούς στίχους.


Αυγή Νέζη
toavgo@in.gr

Σημείωση: Το εξώφυλλο του βιβλίου κοσμεί μια φωτογραφία της Παπαγιαννοπούλου σε μεγάλη ηλικία με το χαρακτηριστικό της μαντήλι στο κεφάλι, μαζί με τον Μπιθικώτση που εκτιμούσε αφάνταστα και ο οποίος της στάθηκε καλύτερα από όλους τους ανθρώπους του μουσικού "συναφιού".

Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη