Γιατί κύριε Μάρκες; (chcome)

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση


Τελικά μπορεί και οι μεγάλοι συγγραφείς να γράψουν κάποτε ένα βιβλίο καθόλου αντάξιο της φήμης τους. Ένα βιβλίο που να μη θυμίζει σε πολλά σημεία άλλα τους βιβλία, ένα βιβλίο που ίσως να μην καταφέρει καν να δώσει ένα στίγμα δικό τους.

Αρχείο:Http://photos1.blogger.com/blogger/845/1772/1600/GGM reporters.0.jpg

Ένα τέτοιο βιβλίο είναι το “Ζω για να τη διηγούμαι” του συγγραφέα Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες (εκδόσεις Λιβάνη). Πολυδιαφημισμένο όπως κι όλα του νομπελίστα Μάρκες, ογκώδες (568 σελίδες, όχι αραιογραμμένες) και σχεδόν βαρετό.

Ναι, δεν ντρέπομαι που αναφέρω αυτή τη λέξη για ένα βιβλίο του Μάρκες αλλά από την αρχή κάτι με ενοχλούσε σε αυτό το βιβλίο και αρνούμουν πεισματικά να το παραδεχτώ. Με το ζόρι κάποιες φορές προσπαθούσα να πείσω τον εαυτό μου να γυρίσει σελίδα και να πάει παρακάτω.

Πρόκειται για μια αυτοβιογραφία του Μάρκες και περίμενα πως θα ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον να διαβάσω για τη ζωή αυτού του ανθρώπου. Ενός ανθρώπου που όταν διάβαζα τα βιβλία του τα έκλεινα με την αίσθηση ότι μόλις είχα τελειώσει κάτι πολύ πολύτιμο και εξαιρετικό. Ενός συγγραφέα που πάντα θαύμαζα τον τρόπο που έγραφε και που θεωρούσα το βιβλίο του “Περί έρωτος κι άλλων δαιμονίων” ένα από τα πιο ανατριχιαστικά ακριβή βιβλία που έχω διαβάσει ποτέ για τον έρωτα και τα εσωτερικά πάθη των ανθρώπων. Από τα ελάχιστα μάλιστα βιβλία που διάβασα όχι δυο μα τρεις φορές (δε συνηθίζω να διαβάζω δεύτερη φορά τα βιβλία όσο και να μου αρέσουν, με μετρημένες στα δάχτυλα εξαιρέσεις) και που θεωρώ –ας μου συγχωρεθεί η υπερβολική ίσως λέξη-συγκλονιστικό.

Όλο λαχτάρα έπιασα στα χέρια μου το “ζω για να τη διηγούμαι” περιμένοντας να παρασυρθώ με τον ίδιο τρόπο που μέχρι τώρα τα βιβλία του Μάρκες με είχαν μάθει.

Ομολογώ πως είναι από τις πολύ λίγες φορές που ένοιωσα την ανάγνωση ως υποχρέωση κι όχι ως πνευματική ευχαρίστηση. Από εκείνα τα βιβλία που μέχρι και τα δάχτυλα αρνούνται να γυρίσουν την επόμενη σελίδα και που σχεδόν ξεφυσούσα για να τελειώσω δέκα αράδες του. “Ιδέα σου είναι” όλο έλεγα και ξαναέλεγα στον εαυτό μου γιατί κατά βάθος έφριττα με την ιδέα πως ο Μάρκες είχε γράψει αυτό το βιβλίο.

Ομολογώ επίσης πως με το ζόρι έφτασα στη σελίδα 400-401 και από τότε το έχω εγκαταλείψει επάνω στο γραφείο μου σε θέση τέτοια ώστε να το βλέπω κάθε μέρα μήπως και τυχόν με πιάσουν οι τύψεις και το συνεχίσω.

Ένας Μάρκες γερασμένος πνευματικά που έχει γράψει αυτό το βιβλίο μόνο και μόνο για να κάνει απλώς μια ακόμη εκδοτική επιτυχία (ποιος δε θα ’θελε να διαβάσει το τι έζησε, το πώς μεγάλωσε και έγινε αυτός που έγινε; ). Κουραστικές στην πλειονότητά τους περιγραφές, μπερδεμένες σκηνές και μνήμες από τη ζωή του, υπερβολικά πολλά ονόματα (αν και συνήθως πάντα το κάνει αυτό στα βιβλία του, σε αυτό παραήταν πολλά), μία παρέλαση προσώπων, συγγενών και φίλων χωρίς κανένα βάθος πίσω τους. Μια απλή καταγραφή τους σχεδόν όπως καταγράφουμε νούμερα λογιστικών πράξεων, όπως γράφουμε μια έκθεση–αγγαρεία.

Καμία ιδιαίτερη σκηνή και κυρίως έλλειψη μιας καλής ψυχογράφησης του εαυτού του στα διάφορα στάδια της ζωής του. Καμία βυθομέτρηση σε σκέψεις, καμία αισθαντικότητα (πού τόσο ξέρει καλά να τη χειρίζεται σε άλλα βιβλία). Όλα είναι σα να έχουν γραφεί γρήγορα, πολύ γρήγορα. Απογοητεύτηκα μαζί του για αυτό το βιβλίο του. Δεν περίμενα ότι ένα τέτοιο πνεύμα θα κατάφερνε να μας δώσει κουρασμένη τη συγγραφική του δύναμη (είναι κάτι παραπάνω από ολοφάνερο πως είναι κουρασμένος πια σε αυτό το βιβλίο ακόμη και για όσους δεν έχουν κάποια έστω μικρή ιδέα από το έργο του) κάνοντας την να μοιάζει με μαραζωμένο λουλούδι.

Δεν ξέρω αν πρέπει να συνεχίσω την ανάγνωση και να τελειώσω τις 168 σελίδες που μου έμειναν. Ίσως γράφω αυτό το κείμενο για να πείσω τον εαυτό μου να κάνει μια ακόμη προσπάθεια να το συνεχίσει, (δεν ξέρω βέβαια πόσο μπορεί να αλλάξει το βιβλίο σε αυτές τις σελίδες που απομένουν ή ακόμη κι αν αλλάξει γιατί έπρεπε να περιμένω τόσο για να αλλάξει) γιατί κατά βάθος πιστεύω πως η δική μου οπτική μπορεί να φταίει κι όχι ο τρόπος συγγραφής ενός μύθου και τόσο αγαπημένου για μένα συγγραφέα. Μπορεί κάτι να μου ξέφυγε, μπορεί κάτι να μην είδα ή να μην ένοιωσα καλά, πάντως ίσως τελικά να ισχύει αυτό που λένε πως ένας καλός συγγραφέας πάντα μπορεί να διηγείται με μοναδικό τρόπο τις ζωές των άλλων-ακόμη και πλασματικών ηρώων-και με αδέξιο τρόπο τη δική του.

(Οι μόνες πραγματικά καλές στιγμές στο βιβλίο είναι οι περιγραφές των τόπων και η ευκολία του Μάρκες στο να δίνει μαζί με κάθε τέτοια περιγραφή το άρωμα του κάθε μέρους και τις διαθέσεις των ανθρώπων του που φτιάχνουν αυτό το άρωμα –όπως γίνεται με κάθε τόπο-)

www.reginarosasamat.blogspot.com

Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη