Γιάννης Χαρούλης - Φωνή γεμάτη φλόγα

Από Κιθάρα wiki
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση


Συνέντευξη στην Κατερίνα Πατεράκη (katpat@ath.forthnet.gr)
Φωτογραφία: Σταύρος Δαματόπουλος


«Το κοινό το θεωρώ απόλυτα φιλικό περιβάλλον»

Λέγεται πως, για να ακουστεί ένας νέος τραγουδιστής, χρειάζεται από πίσω ένας ολόκληρος μηχανισμός προώθησης. Όμως, εμφανίζεται ένας νεαρός Κρητικός με μόνο το λαούτο και τη φωνή του και το διαψεύδει. Μέσα σε τρία χρόνια, κερδίζει κοινό και αναγνώριση. Φαίνεται πως η επιτυχία έρχεται και βρίσκει ό,τι αξίζει.
Άλλωστε, ο Γιάννης Χαρούλης, δεν νοιάζεται καθόλου για όλα αυτά. Ούτε βιάζεται. Έχει τον δικό του τρόπο να αντιμετωπίζει ακόμη και την επιτυχία και το μόνο που τον απασχολεί, είναι να χαρίζει στο κοινό του ακριβές στιγμές.

Xaroulis.jpg

Γιάννη, μέχρι πριν τρία χρόνια ζούσες σε ένα υπέροχο χωριό κοντά στον Άγιο Νικόλαο, τα Έξω Λακώνια. Πώς αποφάσισες να γίνεις τραγουδιστής; Μαθαίνω πως ο πατέρας σου είναι άνθρωπος με καλλιτεχνικό μεράκι, γλύπτης, ζωγράφος και λυράρης. Στάθηκε το ερέθισμα;

Ήταν ο πρώτος μου δάσκαλος. Στη μουσική αλλά και στη ζωή. Παίζει λύρα αλλά τελείως για τον εαυτό του και αρχικά μου έμαθε μαντολίνο. Ήμουν τότε 8 χρονών και απ’ το πρώτο τραγούδι κόλλησα. Ήταν η «ξαστεριά». Είναι νομίζω κλασικό! Μετά όμως είδα το λαούτο, το ερωτεύτηκα και παίζω αυτοδίδακτος γύρω στα 15 χρόνια.
Δεν φανταζόμουν ποτέ, πως θέλω να γίνω τραγουδιστής, στις παρέες τραγούδαγα με φίλους. Έγινε σιγά-σιγά και, χωρίς να το πάρω χαμπάρι, ήμουνα κιόλας στα πανηγύρια και τραγούδαγα. Το ‘χα σαν επάγγελμα, γιατί είχα κι οικονομικούς πόρους από κει.

Ώσπου σε ανακαλύπτει ο Χρήστος Θηβαίος...

Στο Χρήστο χρωστώ πολλά. Γνωριστήκαμε σε μια παρέα, καλοκαίρι στον Άγιο Νικόλαο και με κάλεσε στο Λυκαβηττό τον Ιούλιο του 2002 στο αφιέρωμα στον Νίκο Ξυλούρη, όπου μου παραχώρησε τη θέση του για να πω δυο τραγούδια. Ήταν νομίζω η 2η φορά στη ζωή μου που ‘χα έρθει στην Αθήνα. Τελικά πήγε καλά, κι έτσι, ενώ ήρθα για μια συναυλία έμεινα...
Σκέψου ότι, στην αρχή, με φιλοξενούσε για καιρό σπίτι του, γιατί οικονομικά δεν είχα σκεφτεί πώς θα σταθώ, να μαζέψω χρήματα και να έρθω.

Δεν πήγε απλά καλά! Βγαίνεις άγνωστος με το λαούτο σου, τραγουδάς ενώπιον 7000 ατόμων, και την επόμενη μέρα μιλούν όλοι για σένα. Το κοινό σε καταχειροκροτούσε ακόμη και κατά τη διάρκεια των τραγουδιών! Διάβασα ότι μετά έκλαψες...

Μα, όλη αυτή την αύρα και τα έντονα συναισθήματα δεν τα μαζεύεις συχνά. Έχει σημασία και το πλήθος, τόσος κόσμος, όσος όλος ο Άγιος Νικόλαος! Η επικοινωνία που είχα με όλον αυτόν τον κόσμο στα 5 λεπτά που τραγούδησα με φόρτισε πάρα πολύ, δεν το ήλεγχα και βγήκε σε συγκίνηση. Ήταν και συγκινητική η βραδιά.

Λόγω Ξυλούρη, εννοείς... Ε, δεν τη γλιτώνεις την ερώτηση: Το ότι πολύ κόσμος σε γνωρίζει ως «Το παιδί με τη φωνή του Νίκου Ξυλούρη», σε ενοχλεί;

Όχι βέβαια! Αυτό δεν το βλέπω πρόβλημα, ίσα – ίσα τιμή είναι. Παίζει ρόλο και η έντονα κρητική προφορά μου, στο να θυμίζω τον Ξυλούρη. Ειδικά στα τραγούδια που έχει πει ο ίδιος. Αυτή η εντύπωση, υπήρχε κυρίως στην αρχή. Τώρα δεν το ακούω πια, ίσως λόγω νέου ρεπερτορίου. Άλλωστε, θέλω να αφήσω κι εγώ δικά μου πράματα, έχω τις ανησυχίες μου και θέλω αυτές ν’ αφήσω πίσω, λίγο ή πολύ, ό, τι είναι.

Η αίσθηση που δημιούργησες τη βραδιά στο Λυκαβηττό, σου ανοίγει δρόμους κι έτσι λίγο μετά, ο Μιχάλης Νικολούδης συνθέτει πάνω στη φωνή σου το «Γύρω μου κι εντός» τον πρώτο σου προσωπικό δίσκο. Φανταζόσουν τότε, ότι θα πάει τόσο καλά;

Ο Μιχάλης Κουμπιός του Διφώνου, είχε την ιδέα για το σμίξιμο με τον Νικολούδη. Μπήκαμε αμέσως στο στούντιο και τρεις μήνες γράφαμε. Χαίρομαι, γιατί ήταν πολύ όμορφη συνεργασία με τον Μιχάλη, όπως και με την Αναστασία Μουτσάτσου που συμμετείχε, και δεν ήταν μια δουλειά που κάνει μπαμ και ό,τι πουλήσει σε μια χρονιά... Πήγε καλά και πάει ακόμα. Είναι απ’ αυτά τα σταθερά κι ελπίζω και διαχρονικά...

Εσύ ποιο τραγούδι ξεχώρισες;

Απ' την πρώτη στιγμή μ’ άρεσε, πριν καν μπει η μουσική, το «Παλιό τραγούδι». Μ’ άρεσαν πολύ οι στίχοι. Έλεγα, ό, τι μουσική κι αν μπει, θα ναι ωραίο τραγούδι...

Όμως λίγο πριν βγει ο δίσκος, έφυγες φαντάρος. Δεν φοβήθηκες μην σε πάει πίσω αυτό;

Ήθελα να πάω! Είχαν πέσει τότε μαζεμένα, οι συνεντεύξεις κι όλες οι υποχρεώσεις από το δίσκο και δεν το άντεξα!! (γέλια). Πραγματικά, ήθελα να ηρεμήσω. Και όντως, γειώθηκα και νιώθω ότι ωρίμασα και λίγο. Παράλληλα έκανα και κάποιες συναυλίες, όταν μπορούσα.

Με το που απολύεσαι, εμφανίζεσαι στο πλάι της Μελίνας Κανά, δουλεύοντας πια επαγγελματικά. Ακολουθούν συνεργασίες με Καλημέρη, Τσιαμούλη, Πασχαλίδη. Ποια γεύση σου άφησαν;

Κοίτα, με την Μελίνα που ήταν η πρώτη μου φορά, ένιωθα άγχος σε σχέση με τα τραγούδια. Έπρεπε να πω και κάποια λαϊκά, που δεν τα είχα καθόλου, αυτό με φόβιζε λίγο. Σαν συνεργασία όμως μου 'δωσε πολλά. Με το Μίλτο επίσης, ταιριάζαμε πολύ, γιατί έχει κι αυτός αγάπη για την Κρήτη και αν και αναγνωρισμένος μου άφησε πολύ χώρο. Με τη Λιζέττα και τον Χρήστο συναντηθήκαμε πιο παραδοσιακά επί σκηνής και μου 'δωσαν την ευκαιρία να γνωρίσω από κοντά ανθρώπους-καλλιτέχνες όπως τη Δόμνα Σαμίου, το Νίκο Δημητράτο και την Αρετούλα (Κετιμέ).

Πάντως, έχεις ήδη δημιουργήσει κι ένα δικό σου, φανατικό κοινό. Βρέθηκα σε μία προσωπική σου εμφάνιση και επικρατούσε ένα απίστευτα ενθουσιώδες κλίμα. Ένα κατάμεστο μαγαζί, να 'χει γίνει μια παρέα που τραγουδά δυνατά και δεν σ’ αφήνει να κατέβεις. Θυμάμαι, ότι όταν τελείωσε το πρόγραμμα, συνέχισες μόνος για άλλη τόση ώρα, για να μην χαλάσεις το χατίρι του κόσμου. Είναι χάρισμα αυτή η αμεσότητα...

Το κοινό το θεωρώ απόλυτα φιλικό περιβάλλον. Ακριβώς έτσι όπως στο λέω. Είναι πολύ σημαντικό για μένα να διατηρώ το παρείστικο κλίμα στηριγμένο σε καλά τραγούδια, να φεύγει κάθε ακροατής και να νιώθει σαν άνθρωπος μετά. Ακριβώς! Όσος κόσμος και να’ ναι από κάτω, δύο ή εκατόν δύο, εγώ το ίδιο νιώθω. Δεν αλλάζει κάτι στην ψυχολογία μου. Μακάρι να φεύγανε όλοι αγκαλιασμένοι και να την κάναμε σαν παρέα, η καλύτερή μου θα ‘τανε!

Πανηγύρια ή μουσικές σκηνές; Πού είσαι πιο πολύ ο εαυτός σου;

Πιο κοντά στην ψυχολογία μου είναι το πανηγύρι. Είναι μεγάλη σχολή! Πολλοί του δίνουν αρνητική έννοια, για μένα όμως το πανηγύρι είναι ψυχαγωγία. Μιλώ πάντα για μερακλίδικα πράματα, όχι επιτηδευμένα. Ένα γλέντι, όπως λέμε στην Κρήτη, είναι πραγματικά ψυχαγωγία. Εκτονώνεται η ψυχή με χορό και τραγούδι. Γι αυτό και στις εμφανίσεις μου, θέλω πολύ ο ακροατής να εξωτερικεύσει τα συναισθήματά του εκείνη την ώρα, όπως κάνω κι εγώ.

Ποιο τραγούδι λες πάντα στις εμφανίσεις σου;

Το «Πως να σωπάσω». Είναι πολύ ιδιαίτερο για μένα. Οι στίχοι του «στα ηλιοσκαλοπάτια μ' έμαθε η μάνα μου να ζω» είναι και προσωπική μνήμη...

Στην Κρήτη πάντως, δεν είσαι τόσο γνωστός όσο στην Αθήνα. Ενοχλεί που δεν ασχολείσαι με την Κρητική μουσική αμιγώς;

Το 'χω ακούσει κι αυτό. Κοίτα, η καρδιά μου ανήκει σε νέους ορίζοντες. Το παραδοσιακό το χω κρατήσει για μένα...
Όσο για το γνωστός, δεν βιάζομαι καθόλου. Καταρχήν τα τελευταία 3 χρόνια που ουσιαστικά ξεκίνησα, ζω στην Αθήνα. Νωρίτερα, δεν πήγα σε πολλά μέρη εκτός Αγίου Νικολάου. Τώρα είναι ευκαιρία!

Πώς ήταν τον πρώτο καιρό που ήρθες στην Αθήνα; Τι σου έλειπε περισσότερο απ’ τη ζωή σου στην Κρήτη;

Κοίτα, δε θέλω να γίνομαι γραφικός, γιατί το ‘χω πει πολλές φορές, αλλά τι να κάνω; Η φύση είναι κάτι, στο οποίο οφείλω άμεσα αυτό που είμαι – η οικογένεια και οι φίλοι, εννοούνται. Η φύση όμως και η αρμονία της, είναι άλλοι ήχοι...
Στην Αθήνα δε φρίκαρα ακριβώς, ήτανε άλλη εμπειρία. Φεύγοντας απ’ την οικογένειά μου τον πρώτο καιρό, μέχρι να κάνω τους φίλους που ’χω τώρα, ήμουν αρκετά μόνος. Είχα βέβαια ανθρώπους που με στηρίξανε.

Δήλωσες κάπου ότι «Ο τρόπος που βαδίζω είναι κατά βάση συναισθηματικός. Με στεναχωρεί αλλά με βγάζει ασπροπρόσωπο στο τέλος». Πώς καταφέρνεις να λειτουργείς έτσι σε ένα χώρο τόσο δύσκολο; δεν φοβάσαι μην σου κοστίσει;

Είναι επιλογή. Κοίτα, δεν ξέρω για τον τρόπο που αντιμετωπίζουν άλλοι τα πράγματα. Εγώ μπορώ να μιλώ μόνο για τον δικό μου τρόπο, αυτόν ξέρω. Κάνω πολλή δουλειά, με τον εαυτό μου, όχι με τους γύρω. Όσο μεγαλώνω, ειδικά ερχόμενος στην Αθήνα, διαπίστωσα ότι υπάρχουν πολλά διλήμματα και όσο περνά ο καιρός, μετρά η κάθε μου απόφαση στην πορεία μου. Η αλήθεια είναι, ότι οι πειρασμοί είναι πολλοί για να χάσεις τον εαυτό σου... Δεν εννοώ το χρήμα μόνο. Υπάρχουν άνθρωποι, που θέλουν να πάρουν και την τέχνη σου κι εσένα μαζί... Κι είναι πια, τι αποφάσεις θα πάρεις, για να μπορέσεις να σταθείς πάνω απ αυτούς... Στην περίπτωσή μου με βοηθά πολύ και η υπομονή. Όσο δεν βιάζομαι τόσο το καλύτερο για μένα. Αλλιώς, σίγουρα θα 'πεφτα σε λάθη.

Δηλαδή αν σου προταθεί μία δουλειά, που φαίνεται ότι θα 'χει εμπορική επιτυχία αλλά δεν σου αρέσει...

Θα πω όχι. Αυτά είναι μέσα στους πειρασμούς που λέγαμε... Η συνταγή της επιτυχίας τέτοιου είδους είναι σχετικά εύκολη. Δεν είναι Θεοί αυτοί που το πέτυχαν... Πιάσανε το νόημα της εποχής, ξέρουν ποια μπιτ πιάνουν, επιλέγουν ποιον θα βγάλουν μπροστά, του φτιάχνουν το ανάλογο τραγούδι και του κάνουν επιτυχία. Όμως, το ξαφνικό έχει πάντα το φόβο να πέσεις, γιατί αν δεν ψηθείς ο ίδιος σαν άνθρωπος, δεν νομίζω ότι μπορείς να υποστηρίξεις τον εαυτό σου, όταν βρεθείς σε μια τέτοια θέση.

Αλήθεια στις δισκογραφικές, υπάρχει η δυνατότητα να περνούν οι προσωπικές αποφάσεις;

Ναι, δεν υπάρχει πρόβλημα. Σ’ εμένα, οι αποφάσεις περνούν απόλυτα.

Τότε, γιατί βγαίνουν τόσο λίγες καλές δουλειές;

Κοίτα, οι εταιρείες όσο σφίγγουν οικονομικά τα πράγματα, κοιτούν όλο και πιο επιφανειακά... Καλό υλικό υπάρχει, δεν ξέρω αν φτάνει σε αυτιά... Έχω τραγουδοποιούς φίλους που κατ’ εμέ είναι εξαιρετικοί, πχ η Δανάη η Παναγιωτοπούλου. Γράφει πολύ ιδιαίτερο στίχο και καταλαβαίνω απ τη μεριά της εταιρείας, γιατί υπάρχει ενδοιασμός να επενδύσει σ’ εκείνη. Όμως είναι καλλιτέχνιδα, που μπορεί να δημιουργήσει ένα προσωπικό ύφος στην ελληνική δισκογραφία.

Με δεδομένη την κατάσταση που περιέγραψες, τι θα συμβούλευες νέα παιδιά σαν εσένα, που θέλουν να γίνουν τραγουδιστές κι έχουν την αγωνία μήπως δεν τα καταφέρουν ποτέ;

Όποιος θέλει να γίνει τραγουδιστής, δεν είναι σωστό νομίζω, να σκέφτεται καν ότι κάτι θα πάει στραβά. Απλά να τραγουδά. Αυτό που προτείνω σε όλους, μέσα από τη μικρή μου εμπειρία βέβαια, είναι να καταλάβουν την απόλυτη δύναμη που έχει το live. Εκεί, να βγάλουν όλο τον εαυτό τους, κι ας είναι δύο άτομα από κάτω θα γίνουν 5, 10 σιγά-σιγά. Το καλό του να γίνεις γνωστός από στόμα σε στόμα, χωρίς διαφημιστές, είναι ότι είναι ένας δρόμος χωρίς γυρισμό, δεν αλλάζει έτσι εύκολα... Στην περίπτωσή μου, λειτούργησε πολύ κι αυτό έχει τεράστια αξία για μένα.

Πιστεύεις ότι ο καλλιτέχνης πρέπει να παίζει κοινωνικό ρόλο; Με ποιο τρόπο; Στις συνεντεύξεις σου ας πούμε, θες να μιλάς για κοινωνικά ζητήματα;

Ξέρεις, τραγουδιστής έγινα, για να μιλώ για τα κοινωνικά και ανθρώπινα θέματα, μέσα από τα τραγούδια. Τώρα, να με καλέσουν σε μια εκπομπή για να λύσω το Κυπριακό, δεν ξέρω αν θα μπορώ να πάρω θέση. Ούτε για τα προσωπικά μου θα πρέπει να ενδιαφέρεται κανείς νομίζω... Μέσα από την τέχνη του βγαίνει η αλήθεια του καθενός.

Ναι αλλά συνήθως ο τραγουδιστής ερμηνεύει, δεν δημιουργεί... Πώς να περάσει την άποψή του λοιπόν;

Στο τι επιλέγει να τραγουδήσει. Στο να μην τραγουδά αναλώσιμα τραγούδια. Ο τραγουδιστής είναι εν μέρει και δημιουργός. Όταν εμπεδώνεις το στίχο και τον αποδίδεις σωστά, γίνεσαι μεγάλο κομμάτι του τραγουδιού κι εσύ, για να περάσει. Γιατί, αν ένας στίχος δεν ειπωθεί σωστά, δεν θα αποκαλυφθεί το νόημα και το αίσθημα που του πρέπει.

Βιώνεις στο τραγούδι κάποια επαναστατικότητα;

Υπάρχουν κάποιοι λίγοι καλλιτέχνες -επαναστάτες. Με την έννοια ότι πάνε ενάντια στο κατεστημένο του εμπορίου και ότι το αντέχουν. Αυτός που κρατά γερά. Πχ Ο Μάλαμας. Πας στη συναυλία του και γίνεσαι ένα, φεύγεις γεμάτος. Κι ας πουν, ότι τα τραγούδια του σε ρίχνουν, ότι είναι κουλτουριάρικα... Βλέπεις στο τέλος, ότι υπάρχει φως σ’ αυτά που θεωρούν σκοτεινά κι εγώ προσωπικά φεύγω γεμάτος ελπίδα.

Στον πολύ κόσμο όμως, κυριαρχεί η αίσθηση, ότι η διασκέδαση σημαίνει εκτόνωση, όχι σκέψη. Εσύ φαίνεται να αναφέρεσαι σε ψυχαγωγία και αλήθεια, υπάρχει διαφορά; .

Κοίτα, η ψυχαγωγία και η διασκέδαση, αν εκδηλώνονται σαν εσωτερική ανάγκη, ταυτίζονται. Άλλωστε υπάρχουν τραγούδια που την ώρα που τα χορεύεις, τα τραγουδάς και σε συγκινούν, όπως τα παραδοσιακά ας πούμε. Εμένα, όταν τραγουδώ, μ αρέσει πραγματικά αν κάποιος αισθανθεί ότι θέλει να χορέψει, να το κάνει. Δεν μοιάζει όμως αυτό με τη διασκέδαση τύπου γαρύφαλλα και πάνω σε τραπέζια, που κι αυτό να γίνει, αν κάποιος το νιώθει κι όχι για να δείξει πχ το βρακί του, πάλι θα μ’ αρέσει. Γενικά, όπως ψυχαγωγείται κάποιος από ανάγκη έκφρασης, εμένα μου φαίνεται όμορφο.

Σε διάφορες μουσικές «ψυχαγωγικές» εκπομπές στην τηλεόραση, αισθάνεσαι κάποτε ότι, αξιοπρεπείς καλλιτέχνες γίνονται βορά στην επιταγή «κάντε κέφι να χορέψουν τα μοντέλα».
Σε είδαμε να εμφανίζεσαι στην τηλεόραση. Ήταν κίνηση καλλιτεχνική ή αναγκαία, για να προωθήσεις τη δουλειά σου;

Κατά βάση το δεύτερο... Θα μπορούσε η τηλεόραση να είναι κάπως αλλιώς, αλλά είναι ο ζωντανός χρόνος που πιέζει και δεν μπορείς ήρεμα να πιεις τη γουλιά σου, να κάνεις το τσιγάρο σου, όπως κάνουμε τώρα... Τι να κάνουν και οι παρουσιαστές, που πρέπει να στριμώξουν 15 θέματα σε λίγο χρόνο.;
Έχω πάει και σε εκπομπές που δεν ένιωσα καθόλου καλά. Σ’ άλλες όμως, όπως στη κρατική τηλεόραση, βρέθηκα με ανθρώπους που ήταν μεγάλη μου τιμή που τους γνώρισα, όπως οι Χαλκιάδες, κάποιοι τραγουδιστές του Ηπειρώτικου κι ευχαριστήθηκα, δεν είχα κάθε μέρα ευκαιρία να τους γνωρίσω...!

Ως μέσο ανάδειξης ταλέντων πάντως, φαίνεται να έχει τεράστια δύναμη...

Μια και συζητιέται πολύ το θέμα, είμαι σίγουρος ότι πολλά απ τα παιδιά που πήγαν στο Φειμ Στόρυ, δεν είχανε το ψώνιο, αλλά ήταν απογοητευμένα κι είδαν αυτή την οδό.
Πάντως, έχει και αδυναμίες η τηλεόραση. Είναι ένα μέσο που απομυθοποιεί τα πάντα, χάνεις απ τη μαγεία. Παλιά ακούγανε στη Κρήτη ότι τραγουδούσε στην Αθήνα ο Καζαντζίδης και νομίζανε ότι ήταν ένα βουνό ο άνθρωπος... Ενώ τώρα, τον έχεις σε ένα κουτάκι στο σαλόνι σου να σου τραγουδά και όση δύναμη και να 'χει ο άλλος τον βλέπεις πιο μικρό...

Να σε ρωτήσω και για τη δωρεάν διακίνηση τραγουδιών μέσω διαδικτύου...

Δεν μπορώ να πω ότι με βρίσκει ακριβώς αντίθετο. Αφού είναι ακριβά τα CD! Αλλά μη νομίζεις, ότι φταίνε απόλυτα οι εταιρείες. Μια εταιρεία μπορεί να δώσει στο κατάστημα ένα CD 10 Ευρώ κι αυτό να το πουλάει 20. Δεν μπορεί να τους πιάσει κανείς όμως... Έχω και κάποιες ενστάσεις βέβαια. Γιατί πλήττονται, όχι τόσο οι τραγουδιστές – αυτοί μπορεί να δουλέψουν κι αλλού - κυρίως οι τραγουδοποιοί, που παίρνουν κάποια ποσοστά από τις πωλήσεις. Έπειτα, ένα σπασμένο CD προσβάλλει και όλους, όσους συνέβαλαν σε μια ολοκληρωμένη δουλειά...

Ας έρθουμε λοιπόν και στη δική σου δουλειά, που θα κυκλοφορήσει σύντομα. Θα 'χει και δικά σου τραγούδια μέσα; Γράφεις κι εσύ νομίζω.

Γράφω ναι, και θα υπάρχουν κάποιες δικές μου μουσικές στο δίσκο αλλά δειλά-δειλά ακόμη, είμαι μάλλον πολύ αυστηρός κριτής! Μου 'χουν γράψει και φίλοι, όπως ο Χρήστος, ο Μίλτος... Προς το παρόν, υπάρχει έτοιμο κάποιο τμήμα αλλά θέλει δουλειά ακόμη. Θα 'χει πάντως πειραματισμό και πιο ροκ χρώμα.

Ταιριάζει και με το νεαρό της ηλικίας σου το ροκ.

Εγώ νιώθω πως το ροκ ταιριάζει με την Κρήτη. Ειδικά με το λαούτο. Παλιά, πριν καν ακούσω σοβαρά ροκ, ήταν πολλοί φίλοι από Αθήνα που 'χαν ερωτευθεί το λαούτο, γιατί ο ήχος τους θύμιζε ροκ μουσική. Τότε δεν καταλάβαινα γιατί, τώρα το καταλαβαίνω...

Η κρητική μουσική πάντως, πήρε πολύ τα πάνω της τελευταία.

Και που είσαι ακόμα! Αυτό γίνεται κατά καιρούς, κι ο Σαββόπουλος δεν είχε κάνει μόδα τα παραδοσιακά;

Σύμφωνοι, αλλά για την εποχή του ήταν τουλάχιστον πρωτοποριακός. Αποτελούσε μία καινούρια μουσική πρόταση. Τώρα έγινε μόδα.

Ναι λόγω της μόδας του έθνικ. Όμως υπάρχει και κάτι καλό σ’ αυτό. Το παραδοσιακό είναι οι ρίζες μας, δεν γίνεται να το ξεχάσουμε. Ακόμη και οι νέοι που το απαρνιούνται συνήθως, κάποια στιγμή το αναζητούν. Απλά καθώς οι γενιές αλλάζουν, πρέπει να γίνονται αναφορές στα παλιά, για να τα μαθαίνουν οι νέοι, να υπάρχει συνέχεια... Εξέλιξη μπορεί να υπάρξει άλλωστε παντού, γιατί όχι και στο παραδοσιακό; Δεν διαφωνώ λοιπόν με τις μίξεις των οργάνων. Η διαφορά όμως είναι στο πως σκέφτεται κανείς μουσικά, τι τον ενδιαφέρει να παραδώσει...

Αλήθεια, εσύ τι μουσική ακούς;

Όσο ήμουν στην Κρήτη και ήμουνα πιο μικρός, δεν είχα ακούσει ούτε τα βασικά Χατζιδάκι, Θεοδωράκη... Άρχισα να ακούω στο στρατό, ιδίως στις σκοπιές, που είχα ευκαιρία. Τα πήρα κάποια στιγμή όλα μαζεμένα!
Τώρα ανακαλύπτω τον ξένο ήχο, ψάχνω να συγκρίνω ποιότητα, δουλειές και όντως βλέπω ότι είναι πιο μπροστά... Είναι τα μυαλά υπεύθυνα, όχι τα μηχανήματα... Τελευταία πάντως έχω κολλήσει με τον Ray Charles.

Πώς φαντάζεσαι τον εαυτό σου τα επόμενα χρόνια; Οικογένεια, παιδιά, καριέρα...

Μ αρέσουνε τα παιδιά, αλλά για τα επόμενα χρόνια θα ναι δύσκολο. Αν κάνω οικογένεια δεν θέλω να 'μαι στην Αθήνα θα γυρίσω Κρήτη και τώρα δεν μπορώ. Φαντάζομαι ότι για κάποια χρόνια θα πρέπει να τρέξω αρκετά, αλλά ελπίζω στο μέλλον να χαλαρώσω λίγο, όχι ότι θα μου 'ρθει η πίτα στο πιάτο... απλά να μπορώ να μοιράζω τουλάχιστον την απόσταση.

Θέλεις να κλείσουμε με μία μαντινάδα;

Θα σου πω μια παλιά. Νομίζω είναι απ’ τη Σητεία, αλλά σίγουρα την έχω ακούσει στο Καβούσι - φοβερό μέρος - ένα χωριουδάκι γεμάτο υπέροχους ανθρώπους, με τρομερή κουλτούρα.

«Ο πλάτανος θέλει νερό, κι η λεύκα θέλει αέρα
τα μαύρα μάτια φίλημα, όντε χαράξει η μέρα».

Απλή και γεμάτη ομορφιά...



Η παραπάνω συνέντευξη πάρθηκε από την Κατερίνα Πατεράκη για το κρητικό περιοδικό Your Magazine. Ευχαριστούμε πάρα πολύ και τους δύο για την ευγενική παραχώρηση για δημοσίευση στο Κιθάρα.

Προσωπικά εργαλεία
Χώροι ονομάτων

Παραλλαγές
Ενέργειες
Πλοήγηση
Εργαλειοθήκη